31 Ιαν 2015

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 1/2/2015


ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
(῾Ρωμ. η´ 28-39)

Αδελφοί, οἴδαμεν ὅτι τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν, τοῖς κατὰ πρόθεσιν κλητοῖς οὖσιν·  ὅτι οὓς προέγνω, καὶ προώρισε συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, εἰς τὸ εἶναι αὐτὸν πρωτότοκον ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς· οὓς δὲ προώρισε, τούτους καὶ ἐκάλεσε, καὶ οὓς ἐκάλεσε, τούτους καὶ ἐδικαίωσεν, οὓς δὲ ἐδικαίωσε, τούτους καὶ ἐδόξασε.

Τί οὖν ἐροῦμεν πρὸς ταῦτα; εἰ ὁ Θεὸς ὑπὲρ ἡμῶν, τίς καθ᾿ ἡμῶν;  ὅς γε τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο, ἀλλ᾿ ὑπὲρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτόν, πῶς οὐχὶ καὶ σὺν αὐτῷ τὰ πάντα ἡμῖν χαρίσεται;  τίς ἐγκαλέσει κατὰ ἐκλεκτῶν Θεοῦ;  Θεὸς ὁ δικαιῶν· τίς ὁ κατακρίνων; Χριστὸς ὁ ἀποθανών, μᾶλλον δὲ καὶ ἐγερθείς, ὃς καί ἐστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ, ὃς καὶ ἐντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν.  τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα; κα-θὼς γέγραπται ὅτι         ἕνεκά σου θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν· ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς. ἀλλ᾿ ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διὰ τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς.  Πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Αδελφοί, είμαστε βέβαιοι ότι, αν αγαπά κανείς το Θεό, ο Θεός κάνει τα πάντα να συντελούν στο καλό του. Αυτό ισχύει για όσους κάλεσε ο Θεός σύμφωνα με το λυτρωτικό του σχέδιο. Τους ήξερε από πριν, και τους προόρισε να γίνουν όμοιοι με τον Υιό του, έτσι που ο Χριστός να είναι ο πρώτος ανάμεσα σ’ ένα πλήθος από αδέρφια. Κι αυτούς που προόρισε, αυτούς και κάλεσε. Κι αυτούς που κάλεσε, τους έσωσε. Κι αυτούς που έσωσε, αυτούς τους δόξασε.

Τι να προσθέσουμε σ’ αυτά; Όταν είναι ο Θεός με το μέρος μας, ποιος μπορεί να είναι εναντίον μας; Ο Θεός δεν λυπήθηκε ούτε το μονογενή του Υιό, αλλά τον παρέδωσε στο θάνατο για χάρη όλων μας. Δε θα μας δωρίσει, λοιπόν, μαζί μ’ αυτόν τα πάντα; Ποιος μπορεί να κατηγορήσει αυτούς που διάλεξε ο Θεός; Κανείς, γιατί ο Θεός ο ίδιος τούς δικαιώνει. Και ποιος θα τους καταδικάσει; Κανείς, γιατί ο Χριστός πέθανε για μας. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά κι αναστήθηκε και βρίσκεται τώρα στα δεξιά του Θεού, όπου μεσολαβεί για μας. Τι, λοιπόν, μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; Μήπως τα παθήματα, οι στενοχώριες, οι διωγμοί, η πείνα, η γύμνια, οι κίνδυνοι ή ο μαρτυρικός θάνατος; Σύμφωνα με τη Γραφή· Για σένα πεθαίνουμε όλη την ημέρα. Μας μεταχειρίζονται σαν πρόβατα που τα πάνε για σφαγή.

Εμείς όμως βγαίνουμε νικητές μέσα απ’ όλες αυτές τις δυσκολίες με τη βοήθεια του Χριστού, ο οποίος μας αγάπησε. Κι είμαι πραγματικά βέβαιος πως ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε άλλες ουράνιες δυνάμεις ούτε παρόντα ούτε μέλλοντα  ούτε κάτι άλλο είτε στον ουρανό είτε στον άδη ούτε κανένα άλλο δημιούργημα θα μπορέσουν ποτέ να μας χωρίσουν από την αγάπη του Θεού για μας, όπως αυτή φανερώθηκε στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας.




ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
 (Κατά Λουκάν ΙΗ' 10-14)

Ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. Ο Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανόν ἐπᾶραι, ἀλλ’ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.

Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα
“Δυο άνθρωποι ανέβησαν στο ιερόν να προσευχηθούν, ο ένας Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος εστάθη επιδεικτικώς δια να προκαλή εντύπωσιν· και δια να δοξάση τον ευατόν του, αυτά προσηύχετο· Σε ευχαριστώ, Θεε μου, διότι δεν είμαι όπως οι άλλοι άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί η και ωσάν αυτός ο τελώνης. Εγώ νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα, Δευτέρα και Πεμπτην, δίδω το δέκατον από όλα γενικώς όσα αποκτώ. Εγώ είμαι ενάρετος. Και ο τελώνης, που εστέκετο κάπου μακρυά από το θυσιαστήριον, δεν ήθελε ούτε τα μάτια του να σηκώση στον ουρανόν, αλλ' εκτυπούσε το στήθος του λέγων· Θεε μου, σπλαγχνίσου με τον αμαρτωλόν και συγχώρησέ με. Σας διαβεβαιώνω, ότι αυτός ο περιφρονημένος από τον Φαρισαίον τελώνης κατέβηκε στο σπίτι του με συγχωρημένας τας αμαρτίας του, αθώος και δίκαιος ενώπιον του Θεού, παρά ο Φαρισαίος εκείνος. Διότι κάθε ένας που υψώνει τον ευατόν του, θα ταπεινωθή από τον Θεόν και θα καταδικασθή, ενώ εξ αντιθέτου εκείνος που ταπεινώνει τον ευατόν του θα υψωθή και θα δοξασθή από τον Θεόν”.

                                          

Σκέψεις στο Ευαγγέλιο της Κυριακής


ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ
Λουκ. ιη 10-14

Αρχή του Τριωδίου σήμερα, αδελφοί μου, μιας περιόδου προπαρασκευής μας για την είσοδό μας στην  περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής που κύρια γνωρίσματα της είναι η νηστεία και η προσευχή.
Στην αρχή λοιπόν αυτής της προπαρασκευαστικής περιόδου η Εκκλησία μας και οι Πατέρες μας θέσπισαν να αναγιγνώσκεται το Ευαγγελικό ανάγνωσμα της παραβολής του Τελώνου και του Φαρισαίου. Μιας πολύ ωραίας και διδακτικής  ιστορίας που είπε ο Κύριός μας για να στηλιτεύσει  την υποκρισία και την υπερηφάνεια.
Αφορμή για την διδαχή αυτής της παραβολής στάθηκε όπως μας πληροφορεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς στον 9ο στοίχο του 18ου κεφαλαίου η υπεριφάνεια και η αυτάρκεια που διέκρινε σε κάποιους ακροατές του που τον ακολουθούσαν όχι για να διδαχτούν από τα λεγόμενα του Κυρίου αλλά για να αρέσουν στους άλλους.
«… Επε δ κα πρός τινας τος πεποιθότας φ᾿ αυτος τι εσ δίκαιοι, κα ξουθενοντας τος λοιπούς, τν παραβολν ταύτην·…»
 Είπε δε και προς μερικούς, που είχαν την αλαζονική αυτοπεποίθηση ότι είναι δίκαιοι και περιφρονούσαν τους άλλους, την παραβολή αυτή. Η Παραβολή αυτή εμπεριέχεται στους στίχους 10-14 του 18ου κεφαλαίου του Λουκά.
Δυο άνθρωποι ανέβηκαν στο Ιερό για να προσευχηθούν . ο ένας ήταν φαρισαίος και ο άλλος τελώνης. Ο φαρισαίος στάθηκε όρθιος, ώστε να φαίνεται καλά και για να δοξάσει τον εαυτό τοτ, προσευχόταν με τα λόγια αυτά. Σε ευχαριστώ Θεέ μου που δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους, που είναι άρπαγες, άδικοι, ανήθικοι ή και σας αυτόν εδώ τον τελώνη τον αμαρτωλό. Και ενώ οι άλλοι είναι ένοχοι και αξιοκατάκριτοι, εγώ είμαι ο μόνος χωρίς ενοχή. Σε ευχαριστώ που δεν βλέπω στον εαυτό μου τις κακίες που έχουν αυτοί, όπως  και αυτός ο αμαρτωλός τελώνης. Νηστεύω δυο φορές την εβδομάδα. Από το εισόδημά μου δίνω το ένα δέκατο στους πτωχούς και δίνω ακόμη και από αυτά που δεν επιβάλει ο νόμος να δώσω.
Έκανε δηλαδή ο Φαρισαίος μια προσευχή γεμάτη αυταρέσκεια και με την πεποίθηση  ότι αυτός είναι ο καλός. Και κορόιδευε  τον Θεό ευχαριστώντας τον που αυτός δεν είναι παλιάνθρωπος όπως οι άλλοι. Έκανε επομένως ένα εωσφορικό  λιβάνισμα στον εαυτό του.
Η παραβολή λέει στην συνέχεια ότι ο τελώνης έστεκε μακριά από το θυσιαστήριο, όπου καιγόταν οι θυσίες και δεν είχε την τόλμη να σηκώσει τα χέρια του στον ουρανό να ικετεύσει τον Θεό αλλά ούτε τα μάτια του να κοιτάξει προς τον ουρανό. Αλλά χτυπούσε το στήθος του που εκεί βρίσκετε η αμαρτωλή και ακάθαρτη καρδιά του και έλεγε: «  Θεός, λάσθητί μοι τ μαρτωλ». Θεέ μου, σπλαχνίσου και συγχώρεσε με τον αμαρτωλό.
Στην παραβολή αυτή ζωγραφίζονται δυο διαφορετικοί τύποι ανθρώπων. Πρώτα ο τύπος του Φαρισαίου. Οι Φαρισαίοι ήταν ιουδαϊκή αίρεση, που στην εποχή του Χριστού σύμφωνα με πληροφορίες του ιστορικού Ιώσηπου αριθμούσε 6.000 μέλη. Κύρια χαρακτηριστικά ήταν ο ζήλος τους για τελειότητα και πιστή τήρηση του Νόμου. Ιδιαίτερη αφοσίωση έδειχναν στις προφορικές ζωντανές παραδόσεις τις οποίες μερικοί απ’ αυτούς υπερτόνιζαν. Μονοπωλούσαν την εύνοια του Θεού και περιφρονούσαν τους αμαρτωλούς και τους τελώνες. Επειδή τηρούσαν με ευλάβεια τις εντολές του Θεού διεκδικούσαν δικαιώματα  πάνω στο Θεό. Με άλλα λόγια ήταν ο τύπος του ψευτοθρησκεύοντος ανθρώπου που ήχε την πεποίθηση ότι αυτός είναι ο μ όνος ευσεβείς και περιφρονεί όλους τους άλλους σαν αμαρτωλούς.
Δεύτερον  ο τύπος του τελώνη. Οι τελώνες , ήταν την εποχή εκείνη οι φοροεισπράκτορες   εκίενοι οι άνθρωποι που δούλευαν στο Ρωμαϊκό κράτος και εισέπραταν τους φόρους από τους Ιουδαίους, άνθρωποι αμαρτωλοί που με θεμιτούς ή αθέμιτους τρόπους πλούτιζαν σε βάρος των άλλων χωρίς να έχουν κανένα ενδοιασμό αλλά και που ήταν προσκολλημένοι στα σαρκικά τους πάθη. Φαίνεται όμως ο τελώνης της παραβολής διέφερε λίγο από τους άλλους ομοϊδεάτες τους, ήταν δηλαδή  ο τύπος του  αμαρτωλού, που μπλέχτηκε στα δίχτυα της αμαρτίας και δούλεψε στα αμαρτωλά πάθη του, έχει όμως συναίσθηση της αμαρτωλότητάς του. Έχει την επίγνωση ότι αμάρτησε ενώπιον του Θεού. Νιώθει ντροπιασμένος και νομίζει πως δεν έχει το δικαίωμα να σηκώσει τα μάτια του στον Ουρανό. Όμως έχει μετανιώσει βαθειά και με ειλικρίνεια ομολογεί ενώπιον του θεού την αμαρτωλότητά του και ζητά το έλεός Του.
Ο Κύριος τελειώνει την παραβολή με ένα μεγάλο συμπέρασμα, λέγοντας ότι ο τελώνης κατέβηκε από τον Ναό δικαιωμένος και πήγε στο σπίτι του. Αυτός δικαιώθηκε από τον Θεό της αγάπης και όχι ο φαρισαίος. Ο Τελώνης δικαιώθηκε από τον Θεό ενώ ο φαρισαίος κατακρίθηκε. Γιατί όπως λέγει ο Κύριος πρακάτω: «…τι πς ψν αυτν ταπεινωθήσεται, δ ταπεινν αυτν ψωθήσεται » . όποιος υψώνει τον εαυτό του, θα ταπεινωθεί από τον Θεό. Εκείνος δε που ταπεινώνει τον εαυτό του, θα υψωθεί από τον Θεό και θα τιμηθεί.
Και εδώ γεννάτε ένα ερώτημα:
Υπάρχουν σήμερα ανάμεσά μας, ανάμεσα στους Χριστιανούς φαρισαίοι;  Αναμφίβολα.
Είναι όσοι υποτιμούν την δύναμη της Θείας Χάριτος, όσοι μονοπωλούν την ευσέβεια, όσοι με φανατισμό επιζητούν να επιβάλουν τις δοξασίες τους, όσοι  αποκόπτονται από την κοινωνία της αγάπης, όσοι φορούν προσωπείο, όσοι μένουν ασυγκίνητοι στις ικεσίες του αμαρτωλού, όσοι αισθάνονται εσωτερική αυτάρκεια, όσοι είναι τυπολάτρες και θρησκόληπτοι δεν απέχουν πολύ από τους φαρισαίους. Τέτοιους  ανθρώπους συναντάμε συχνά στην ζωή μας. Δεν είναι φαρισαίος ο Χριστιανός που την Κυριακή στην Εκκλησία του από το πρωί προσεύχεται, ενώ΄τις υπόλοιπες ημέρες αδικεί, κλέβει, και εξαπατά τον διπλανό του; Φαρισαίος δεν είναι εκείνος που εξωτερικά δείχνει αξιοπρεπείς, δίκαιος, τυπικός και φιλάνθρωπος, ενώ μέσα του ζει μια ζωή διεφθαρμένη, αισχρή και απάνθρωπη; Για τον Θεό αδελφοί μου έχει η εσωτερική ζωή και ότι βγαίνει από αυτή. Μια καλή πράξη χάνει την αξία της όταν  έχει κακά ελατήρια. Για τον Θεό σημασία έχει η πρόθεση και γι’ αυτό  τα πάντα  ξεκινούν από το πνεύμα. Στηλιτεύοντας η Εκκλησία μας την υποκρισία διακηρύττει στο συναξάρι της σημερινής Κυριακής: « Κρείσσον γαρ εστίν αμαρτάνοντα επιστρέφειν, ή κατορθούντα επαίρεσθε». Καλύτερα είναι κάποιος αμαρτωλός που μετανοεί παρά ένας δίκαιος που περιφανεύετε. Όσα καλά κι αν κάνουμε , όταν δεν συνοδεύονται από την  ταπείνωση είναι καταστροφή για την ψυχή μας και για την σωτηρία μας. Όσοι διαθέτουν έστω και λίγο ίχνος πνευματικότητας ο Θεός μέσα από τις δοκιμασίες τους επαναφέρει στον σωστό δρόμο, όσοι όμως είναι σκληρόκαρδοι αυτούς ο Θεός τους εγκαταλείπει  και τους αφήνει να τιμωρηθούν από τον ίδιο τους τον εαυτό.  Παράδειγμα είναι όλοι αυτοί οι συνάνθρωποί μας που με την κρίση που περνά η χώρα μας έχασαν την ελπίδα τους γιατί την είχαν εναποθέσει στον εαυτό τους και οδηγήθηκαν στον θάνατο με τις αυτοκτονίες.
Στους ταπεινούς όμως δίνει χάρη, ο Θεός, δέχεται τα δάκρυά τους και τους στεναγμούς  στους και τα μεταβάλει σε χαρά και αγαλλίαση.  Παράδειγμα στον αντίποδα αυτού που προείπα είναι οι δοκιμαζόμενοι αδελφοί μας που εναπόθεσαν τις ελπίδες τους στο Θεό και συνεχίζουν να ζουν με λίγα μεν αλλά με ουράνια γαλήνη και χαρά.
Το πρώτο λοιπόν σκαλοπάτι αδελφοί μου που οδηγεί  στο Θεό είναι η τελωνική ταπείνωση.
Αυτή η ταπείνωση αποτελεί θεμέλιο και βάση της πνευματικής μας ζωής, γι’ αυτό ας προσέξουμε να μην μας δημιουργήσει καμιά αρετή μας περηφάνια, ας προσέξουμε να μην πέσουμε στα δίχτυα της κενοδοξίας.                                  Ο  Κύριός μας δεν  εξευμενίζεται με δώρα και θυσίες  όπως τα είδωλα. Ο Θεός ζητά από μας  τα δάκρυα της  μετανοίας και όχι την φαινομενική ευσέβεια ,που στερείτε ταπείνωσης.
Ας προευτούμε λοιπόν αδελφοί και την φετηνή περίοδο του Τριωδίου και της Μεγάλης Τεσσαρακοστής με «πνεύμα συντετριμμένον». Αμήν.

 Πηγές
1, Ο Βίος  και η διδασκαλία του Σωτήρος Χριστού   ( Μητροπ. Καλλινίκου Καρούσου Β’ Τόμος)

2. Εις επίγνωσιν Θεού (Μητροπ. Φθιότιδος Νικολάου).
Σ.Π

24 Ιαν 2015

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 25/1/2015

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

(῾Εβρ. ζ´ 26 - η´ 2)

Ἀδελφοί, τοιοῦτος ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος, ὃς οὐκ ἔχει καθ᾿ ἡμέραν ἀνάγκην, ὥσπερ οἱ ἀρχιερεῖς, πρότερον ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἁμαρτιῶν θυσίας ἀναφέρειν, ἔπειτα τῶν τοῦ λαοῦ· τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ ἑαυτὸν ἀνενέγκας. ῾Ο νόμος γὰρ ἀνθρώπους καθίστησιν ἀρχιερεῖς ἔχοντας ἀσθένειαν, ὁ λόγος δὲ τῆς ὁρκωμοσίας τῆς μετὰ τὸν νόμον υἱὸν εἰς τὸν αἰῶνα τετελειωμένον. Κεφάλαιον δὲ ἐπὶ τοῖς λεγομένοις, τοιοῦτον ἔχομεν ἀρχιερέα, ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς, τῶν ῾Αγίων λειτουργὸς καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, «ἣν ἔπηξεν ὁ Κύριος», καὶ οὐκ ἄνθρωπος.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Αδελφοί, τέτοιος ἀρχιερέας μᾶς χρειαζόταν· ἅγιος, ἄκακος, ἀψεγάδιαστος, χωρὶς καμιὰ σχέση μὲ τὴν ἀνθρώπινη ἁμαρτία, ὁ ὁποῖος ἀνέβηκε πάνω ἀπὸ τὰ οὐράνια. Αὐτὸς δὲν ἔχει ἀνάγκη, ὅπως οἱ ἄλλοι ἀρχιερεῖς, νὰ προσφέρει καθημερινὰ θυσίες, πρῶτα γιὰ τὶς δικές του ἁμαρτίες, κι ὕστερα γιὰ τὶς ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ. Αὐτὸ τὸ ἔκανε μιὰ γιὰ πάντα, προσφέροντας τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του. ῾Ο νόμος ἐγκαθιστᾶ ἀρχιερεῖς ἀνθρώπους μὲ ἀτέλειες. Τὰ λόγια ὅμως τοῦ ὅρκου, ὁ ὁποῖος δόθηκε μετὰ τὸν νόμο, ἐγκαθιστοῦν ἀρχιερέα τὸν Υἱό, ποὺ εἶναι καὶ παραμένει αἰώνια τέλειος. Τὸ βασικὸ στοιχεῖο τῶν ὅσων εἴπαμε εἶναι πὼς ἐμεῖς ἔχουμε ἀρχιερέα τέτοιον, ποὺ ἀνέβηκε στὰ οὐράνια καὶ κάθεται στὰ δεξιὰ τῆς μεγαλοσύνης τοῦ Θεοῦ. ῾Ως ἀρχιερέας ὑπηρετεῖ στὰ ἅγια τῶν ἁγίων καὶ στὴν ἀληθινὴ σκηνὴ τοῦ Μαρτυρίου, τὴν ὁποία δὲν τὴν ἔστησε ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὁ Θεός.



ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

(Λουκ. ιθ´ 1-10)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, διήρχετο ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν ᾿Ιεριχώ· καὶ ἰδοὺ

 ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν 

ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος, καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν 

᾿Ιησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ 

ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν. Καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπὶ 

συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι. 

Καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδεν 

αὐτὸν καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· 

σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. Καὶ σπεύσας 

κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων. Καὶ ἰδόντες πάντες 

διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε 

καταλῦσαι. Σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· ᾿Ιδοὺ 

τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, 

καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν. Εἶπε 

δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ 

τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς ᾿Αβραάμ ἐστιν. ῏Ηλθε 

γὰρ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Εκεῖνο τὸν καιρό, ὁ ᾿Ιησοῦς περνοῦσε μέσα ἀπὸ τὴν ῾Ιεριχώ. 

᾿Εκεῖ ὑπῆρχε κάποιος, ποὺ τὸ ὄνομά του ἦταν Ζακχαῖος. 

῏Ηταν ἀρχιτελώνης καὶ πλούσιος. Αὐτὸς προσπαθοῦσε νὰ 

δεῖ ποιὸς εἶναι ὁ ᾿Ιησοῦς· δὲν μποροῦσε ὅμως ἐξαιτίας τοῦ 

πλήθους καὶ γιατὶ ἦταν μικρόσωμος. ῎Ετρεξε λοιπὸν 

μπροστὰ πρὶν ἀπὸ τὸ πλῆθος κι ἀνέβηκε σὲ μιὰ συκομουριὰ 

γιὰ νὰ τὸν δεῖ, γιατὶ θὰ περνοῦσε ἀπὸ κεῖ. ῞Οταν ἔφτασε ὁ 

᾿Ιησοῦς στὸ σημεῖο ἐκεῖνο, κοίταξε πρὸς τὰ πάνω, τὸν εἶδε 

καὶ τοῦ εἶπε· «Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα, γιατὶ σήμερα 

πρέπει νὰ μείνω στὸ σπίτι σου».᾿Εκεῖνος κατέβηκε γρήγορα 

καὶ τὸν ὑποδέχτηκε μὲ χαρά. ῞Ολοι ὅσοι τὰ εἶδαν αὐτὰ 

διαμαρτύρονταν κι ἔλεγαν ὅτι πῆγε νὰ μείνει στὸ σπίτι ἑνὸς 

ἁμαρτωλοῦ. Τότε σηκώθηκε ὁ Ζακχαῖος καὶ εἶπε στὸν Κύριο· 

«Κύριε, ὑπόσχομαι νὰ δώσω τὰ μισὰ ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά μου 

στοὺς φτωχοὺς καὶ ν’ ἀνταποδώσω στὸ τετραπλάσιο ὅσα 

ἔχω πάρει μὲ ἀπάτη».῾Ο ᾿Ιησοῦς, ἀπευθυνόμενος σ’ αὐτόν, 

εἶπε· «Σήμερα αὐτὴ ἡ οἰκογένεια σώθηκε· γιατὶ κι αὐτὸς ὁ 

τελώνης εἶναι ἀπόγονος τοῦ ᾿Αβραάμ. ῾Ο Υἱὸς τοῦ 

᾿Ανθρώπου ἦρθε γιὰ ν’ ἀναζητήσει καὶ νὰ σώσει αὐτοὺς ποὺ 

ἔχουν χάσει τὸν δρόμο τους».

                                   

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ: ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ – 25 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2015

 ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ – 25 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2015

Ιερά Μητόπολις Σερβίων και Κοζάνης ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. ιθ΄ 1-10)

17 Ιαν 2015

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
(῾Εβρ. ιγ´ 7-16)
Αδελφοί, μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ὑμῖν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ὧν ἀναθεωροῦντες τὴν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τὴν πίστιν. ᾿Ιησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας. Διδαχαῖς ποικίλαις καὶ ξέναις μὴ παραφέρεσθε· καλὸν γὰρ χάριτι βεβαιοῦσθαι τὴν καρδίαν, οὐ βρώμασιν, ἐν οἷς οὐκ ὠφελήθησαν οἱ περιπατήσαντες. ῎Εχομεν θυσιαστήριον ἐξ οὗ φαγεῖν οὐκ ἔχουσιν ἐξουσίαν οἱ τῇ σκηνῇ λατρεύοντες· ὧν γὰρ «εἰσφέρεται» ζῴων «τὸ αἷμα περὶ ἁμαρτίας εἰς τὰ ῞Αγια» διὰ τοῦ ἀρχιερέως, τούτων τὰ σώματα «κατακαίεται ἔξω τῆς παρεμβολῆς»· διὸ καὶ ᾿Ιησοῦς, ἵνα ἁγιάσῃ διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος τὸν λαόν, ἔξω τῆς πύλης ἔπαθε. Τοίνυν ἐξερχώμεθα πρὸς αὐτὸν «ἔξω τῆς παρεμβολῆς» τὸν ὀνειδισμὸν αὐτοῦ φέροντες· οὐ γὰρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν. Δι᾿ αὐτοῦ οὖν «ἀναφέρωμεν θυσίαν αἰνέσεως» διὰ παντὸς τῷ Θεῷ, τοῦτ᾿ ἔστι «καρπὸν χειλέων» ὁμολογούντων τῷ ὀνόματι αὐτοῦ. Τῆς δὲ εὐποιΐας καὶ κοινωνίας μὴ ἐπιλανθάνεσθε· τοιαύταις γὰρ θυσίαις εὐαρεστεῖται ὁ Θεός.

Απόδοση σε απλή γλώσσα
Αδελφοί, νὰ θυμάστε τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ἡγέτες σας, ποὺ σᾶς μετέδωσαν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ· νὰ βλέπετε πῶς τέλειωσαν τὴ ζωή τους καὶ ν’ ἀκολουθεῖτε τὸ παράδειγμα τῆς πίστης τους. ῾Ο ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ ἴδιος χτές, σήμερα καὶ γιὰ πάντα. Μὴν παρασύρεστε ἀπὸ διάφορες ξένες διδασκαλίες. Εἶναι προτιμότερο νὰ στηρίζετε τὴν καρδιά σας στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ παρὰ σὲ φαγητά. ῞Οσοι βασίστηκαν σ’ αὐτὰ δὲν εἶδαν καμιὰ ὠφέλεια. ᾿Εμεῖς ἔχουμε ἕνα θυσιαστήριο ἀπὸ τὸ ὁποῖο δὲν ἔχουν τὸ δικαίωμα νὰ φᾶνε ὅσοι συνεχίζουν νὰ λατρεύουν τὸν Θεὸ στὴ σκηνή. Τὰ σώματα τῶν ζώων, ποὺ τὸ αἷμα τους εἰσάγεται ἀπὸ τὸν ἀρχιερέα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων γιὰ τὴ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν, καίγονται ἔξω ἀπὸ τὸ στρατόπεδο. Γι’ αὐτὸ κι ὁ ᾿Ιησοῦς, γιὰ νὰ ἐξαγνίσει τὸν λαό του μὲ τὸ ἴδιο του τὸ αἷμα, θανατώθηκε ἔξω ἀπὸ τὴν πύλη. ῍Ας πᾶμε, λοιπόν, κι ἐμεῖς ἔξω ἀπὸ τὸ στρατόπεδο κοντά του, κι ἂς ὑποστοῦμε τὸν ἴδιο μ’ αὐτὸν ἐξευτελισμό. Γιατὶ δὲν ἔχουμε ἐδῶ μόνιμη πολιτεία, ἀλλὰ λαχταροῦμε τὴ μελλοντική. ῍Ας προσφέρουμε, λοιπόν, συνεχῶς στὸν Θεὸ διὰ τοῦ ᾿Ιησοῦ σὰν θυσία τὸν ὕμνο μας, δηλαδὴ τὸν καρπὸ τῶν χειλιῶν μας, ποὺ ὁμολογοῦν τὸ μεγαλεῖο του. Μὴν ξεχνᾶτε ἀκόμα νὰ κάνετε τὸ καλὸ καὶ νὰ μοιράζεστε μὲ τοὺς ἄλλους ὅ,τι ἔχετε. Μὲ τέτοιες θυσίες εὐχαριστεῖται ὁ Θεός.


ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
(Λουκ. ιζ´ 12-19)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσερχομένου τοῦ ᾿Ιησοῦ εἴς τινα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν, καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες· ᾿Ιησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς. Καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς· Πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν. Εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης. ᾿Αποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· Οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; Καὶ εἶπεν αὐτῷ· ᾿Αναστὰς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε.

Απόδοση σε απλή γλώσσα
Εκεῖνο τὸν καιρό, καθὼς ἔμπαινε ὁ ᾿Ιησοῦς σ’ ἕνα χωριό, τὸν συνάντησαν δέκα λεπροί· στάθηκαν λοιπὸν ἀπὸ μακριὰ καὶ τοῦ φώναζαν δυνατά· «᾿Ιησοῦ, ἀφέντη, ἐλέησέ μας!» Βλέποντάς τους ἐκεῖνος τοὺς εἶπε· «Πηγαίνετε νὰ σᾶς ἐξετάσουν οἱ ἱερεῖς». Καὶ καθὼς πήγαιναν, καθαρίστηκαν ἀπὸ τὴ λέπρα. ῞Ενας ἀπ’ αὐτούς, ὅταν εἶδε ὅτι θεραπεύτηκε, γύρισε δοξάζοντας μὲ δυνατὴ φωνὴ τὸν Θεό, ἔπεσε μὲ τὸ πρόσωπο στὰ πόδια τοῦ ᾿Ιησοῦ καὶ τὸν εὐχαριστοῦσε. Κι αὐτὸς ἦταν Σαμαρείτης. Τότε ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπε· «Δὲν θεραπεύτηκαν καὶ οἱ δέκα; Οἱ ἄλλοι ἐννιὰ ποῦ εἶναι; Κανένας τους δὲν βρέθηκε νὰ γυρίσει νὰ δοξάσει τὸν Θεὸ παρὰ μόνο τοῦτος ἐδῶ ὁ ἀλλοεθνής;» Καὶ σ’ αὐτὸν εἶπε· «Σήκω καὶ πήγαινε στὸ καλό· ἡ πίστη σου σὲ ἔσωσε».

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ´ ΛΟΥΚΑ (10 ΛΕΠΡΩΝ) (ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ)

«Οι δε εννέα πού; Ουχ ευρέθησαν υποστρέψαντες δούναι δόξαν τω Θεώ, ει μη ο αλλογενής ούτος;» (Λουκ.17, 17-18)

α. Ο Κύριος στο Ευαγγελικό ανάγνωσμα της ΙΒ΄ Κυριακής του Λουκά έρχεται αντιμέτωπος με το κοινωνικό περιθώριο, με τους ανθρώπους δηλαδή που η ιουδαϊκή κοινωνία είχε αποκλείσει, λόγω της φοβερής, για τα δεδομένα της τότε – και όχι μόνον – εποχής, αρρώστιας της λέπρας. Κι αντιμετωπίζει την πίστη τους, καθώς Τον παρακαλούν να τους ελεήσει και να τους θεραπεύσει: «Ιησού επιστάτα, ελέησον ημάς». Και πράγματι, ο Κύριος ανταποκρίνεται στο αίτημά τους και τους θεραπεύει, μ’ έναν έμμεσο όμως τρόπο: στέλνοντάς τους εκεί που κατά τον Μωσαϊκό Νόμο επιβεβαιώνεται η αποκατάσταση από την αρρώστια και η υγεία: στους ιερείς.
Ο Κύριος όμως θα επαινέσει  τον έναν από τους πρώην λεπρούς – και μάλιστα Σαμαρείτη, δηλαδή εχθρό του Ιουδαϊσμού – διότι υπήρξε ο μόνος που όχι μόνον είδε να θεραπεύεται από τον Κύριο, αλλά και επέστρεψε να δοξολογήσει τον Θεό και να ευχαριστήσει τον Ίδιο. Θα εκφράσει μάλιστα ο Κύριος το δίκαιο παράπονο: «Ουχί οι δέκα εκαθαρίσθησαν; Οι δε εννέα πού; Ουχ ευρέθησαν υποστρέψαντες δούναι δόξαν τω Θεώ, ει μη ο αλλογενής ούτος;»

β.  1. Ο Κύριος ζητά τη δοξολογία προς τον Θεό από τον άνθρωπο, ο οποίος γεύτηκε τις δωρεές και τις ευεργεσίες Εκείνου. Το παράπονο που διατυπώνει αποτελεί σαφή υπαινιγμό Του. Κι όχι βεβαίως διότι ο Θεός έχει ανάγκη από τις δοξολογίες του ανθρώπου – ο Θεός ως ο απολύτως τέλειος είναι παντελώς ανενδεής, χωρίς να Του προσθέτει τίποτε η όποια δοξολογία του ανθρώπου∙ άλλωστε μυριάδες αγγέλων Τον δοξολογούν αενάως – αλλά διότι η δοξολογία Του ως έκφραση ευγνωμοσύνης για ό,τι Αυτός δίνει στον άνθρωπο κάνει τον άνθρωπο να λειτουργεί με φυσιολογικό τρόπο, να πορεύεται με ανοικτά τα μάτια της ψυχής του, με πίστη και αγάπη προς τον Δημιουργό του. Μόνον όποιος πιστεύει αληθινά βλέπει ότι τα πάντα πηγάζουν από τον Θεό, διακρατούνται από Εκείνον και κατευθύνονται σ’  Εκείνον. Όπως το διατύπωσε και ο απόστολος Παύλος: «ότι εξ Αυτού και δι’ Αυτού και εις Αυτόν τα πάντα έκτισται». Η δοξολογία του Θεού λοιπόν αποτελεί σημείο πνευματικής υγείας του ανθρώπου, δείγμα ότι αυτός βρίσκεται στη φυσιολογική του πορεία και προκόπτει κατά Θεόν. Πόσο απλά και με χάρη Θεού διατύπωνε την αλήθεια αυτή και ο πνευματικός του Γέροντος Παϊσίου, γέρων ιερομόναχος Τύχων, όταν έλεγε με τα σπασμένα ελληνικά του: «Το, Κύριε ελέησον, εκατό δραχμές∙ το, δόξα τω Θεώ, χίλιες δραχμές». Για χάρη μας λοιπόν ο Κύριος ζητά τη δοξολογία του Θεού. Εμείς την έχουμε ανάγκη και όχι ο Θεός.

2. Είναι πολύ χαρακτηριστικό όμως ότι η δοξολογία αυτή προς τον Θεό φαίνεται να ταυτίζεται  με την ευχαριστία προς τον Κύριο. Γύρισε, λέει ο Ευαγγελιστής, ο θεραπευμένος πρώην λεπρός, ο ένας, δοξολογώντας τον Θεό και ήλθε και πρόσπεσε στον Χριστό ευχαριστώντας Αυτόν. «Υπέστρεψε μετά φωνής μεγάλης δοξάζων τον Θεόν, και έπεσεν επί πρόσωπον παρά τους πόδας αυτού ευχαριστών αυτώ».  Το να δοξολογώ τον Θεό σημαίνει ότι οδηγούμαι προς τον Χριστό εν ευχαριστία. Διότι η μεγαλύτερη δωρεά και ευεργεσία του Θεού στον άνθρωπο είναι ο ίδιος ο ερχομός Του στον κόσμο ως ανθρώπου. Δεν υπάρχει πιο μεγάλη δοξολογία Του επομένως από τη στροφή προς τον Χριστό και την αναγνώριση ότι Αυτός είναι η πηγή της ευεργεσίας και της θεραπείας στον άνθρωπο. Όπως σημειώνει και το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων για τον Κύριο: «Αυτός διήλθεν ευεργετών και ιώμενος πάντας», ευεργετούσε διαρκώς και θεράπευε τους πάντες. Έτσι δοξολογία του Θεού χωρίς αναφορά στον Χριστό και ευχαριστία Εκείνου αποτελεί μάλλον λατρεία δαιμόνων. Διότι άλλος Θεός εκτός του Ιησού Χριστού δεν υφίσταται. Η αποκάλυψη που ο Ίδιος ο Κύριος έκανε στους μαθητές Του ήταν απόλυτη: «ο εωρακώς εμέ εώρακε τον Πατέρα». Και «ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ει μη δι’ εμού».

3. Κι αν βεβαίως η κάθε ευχαριστία προς τον Χριστό συνιστά τη δοξολογία του αληθινού Τριαδικού Θεού, διότι αναγνωρίζει ο πιστός ότι Εκείνος είναι η φανέρωση του Θεού στον κόσμο, πολύ περισσότερο ισχύει τούτο για την κατ’ εξοχήν ευχαριστία του, τη Θεία Ευχαριστία. Στη Θεία Ευχαριστία, τη Θεία Λειτουργία, που συνιστά το κέντρο των μυστηρίων  της Εκκλησίας μας, έχουμε την αποκορύφωση της πίστεως του ανθρώπου,  ο οποίος  λατρεύει και δοξολογεί σωστά τον Θεό. Κι αυτό γιατί στο μυστήριο αυτό ο άνθρωπος νιώθει ότι λειτουργεί η πραγματική του ταυτότητα - εκείνη  που του δόθηκε διά του αγίου βαπτίσματος, ότι έγινε  δηλαδή μέλος του σώματος του Χριστού – και συνεπώς ότι κινείται σύμφωνα με τον ρυθμό της λειτουργίας αυτού του σώματος. Πότε για παράδειγμα τα φυσικά μέλη του σώματός μας είναι υγιή και φυσιολογικά; Όταν είναι συνδεδεμένα με το σώμα και λειτουργούν με τον ρυθμό αυτού του σώματος, συντονιζόμενα από την κεφαλή. Το ίδιο και στο πνευματικό σώμα του Χριστού, την Εκκλησία: στη Θεία Ευχαριστία έχουμε την ορθή θέση και κίνηση του μέλους, το οποίο δοξολογεί ορθά τον Θεό, ευρισκόμενο σε κοινωνία με Εκείνον που είναι «η κεφαλή του σώματος» και με τα άλλα μέλη, τους συνανθρώπους του. Δεν υπάρχει λοιπόν μεγαλύτερη χαρά για τον Κύριο, δεν υπάρχει μεγαλύτερο «σβήσιμο», θα λέγαμε, κάθε παραπόνου Του, από το να μας βλέπει να συμμετέχουμε εν μετανοία, δηλαδή με τον ορθό τρόπο, στη Θεία Λειτουργία, το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Γι’ αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι αφενός εκεί μας ανοίγονται τα μάτια για να δούμε ότι τα πάντα στη ζωή μας, ακόμη και τα θεωρούμενα δυσάρεστα, αποτελούν ευεργεσίες Του – «υπέρ πάντων ων ίσμεν και ουκ ίσμεν, των φανερών και αφανών ευεργεσιών των εις ημάς γεγενημένων» λέμε στην αγία αναφορά της Θείας Λειτουργίας – αφετέρου εκεί πάλι συνειδητοποιούμε ότι ο Θεός δεν είναι απλώς ο Παντοδύναμος Κύριος, αλλά ο ίδιος ο Πατέρας μας – «και καταξίωσον ημάς, Δέσποτα, μετά παρρησίας, ακατακρίτως, τολμάν επικαλείσθαί Σε, τον επουράνιον Θεόν, Πατέρα και λέγειν: Πάτερ ημών».

4. Στο περιστατικό όμως της επιστροφής του Σαμαρείτη πρώην λεπρού, που αποδίδει τη δοξολογία προς τον Θεό και την ευχαριστία στον Κύριο, συγκλονίζει κυριολεκτικά η αποτίμηση που κάνει ο Κύριος: «η πίστις σου σέσωκέ σε». Και λέμε ότι συγκλονίζει, διότι πίστη στον Χριστό έδειξαν και οι άλλοι εννέα λεπροί: και στην επίκλησή τους («Ιησού επιστάτα, ελέησον ημάς»), και την ώρα που ο Κύριος τους στέλνει στους ιερείς: θεραπεύτηκαν κάνοντας υπακοή στον λόγο Του («και εν τω υπάγειν αυτούς εθεραπεύθησαν»). Κι αυτό σημαίνει ότι μπορώ να έχω πίστη στον Χριστό και μάλιστα σ’ ένα βαθμό ενεργουμένη, να εισπράττω από τον Κύριο την εκπλήρωση κάποιου αιτήματός μου, και τελικώς να μην ανήκω στους σωσμένους. Το ζητούμενο με άλλα λόγια δεν είναι να πάρω κάτι από τον Θεό, αλλά να στήσω μία μόνιμη σχέση μαζί Του, να μπορώ να παραμένω πάντοτε με Εκείνον, έχοντας διαρκή αναφορά στο πάντιμο πρόσωπό Του. Κι αυτό είναι που κατάφερε, όπως φαίνεται, «ο αλλογενής» Σαμαρείτης. «Είδε» καθαρά ότι υπεράνω όλων, ακόμη και της κοινωνικής αποδοχής και της υγείας του – πράγματα που εξασφάλιζε πια με τη θεραπεία του από τη λέπρα – ήταν να γυρίσει στον Χριστό. Κατάλαβε ότι Εκείνος ήταν η σωτηρία του. Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι με τη στάση του ο άνθρωπος αυτός ομολογούσε ό,τι ο απόστολος Παύλος έγραφε: «ηγούμαι πάντα σκύβαλα είναι, ίνα Χριστόν κερδήσω», όλα τα θεωρώ σκουπίδια, προκειμένου να έχω τον Χριστό, φανερώνοντας έτσι ένα μαρτυρικό φρόνημα αγάπης προς Εκείνον.

γ. Κανείς δεν αμφισβητεί ότι κι εμείς είμαστε πιστοί στον Χριστό: το φανερώνουν οι προσευχές μας, οι παρακλήσεις μας προς Αυτόν, η υπακοή μας συχνά στα λόγια Του, προκειμένου μάλιστα να «θεραπευτούμε» από διάφορες δυστυχίες μας. Ιδιαιτέρως σήμερα, με την κρίση της εποχής μας, οι κραυγές προς τον Χριστό έχουν πολλαπλασιαστεί. Πρέπει να προσέξουμε όμως, μήπως ανήκουμε στη χορεία των εννέα και όχι του ενός. Ο Χριστός επαίνεσε, είπαμε, τον ένα για την αληθινή του πίστη, η οποία έδειξε ότι υπεράνω όλων των αγαπών, ακόμη και την αγάπη προς τον εαυτό του, ήταν η αγάπη προς Εκείνον. Την έχουμε εμείς την αγάπη αυτή; Ή τέλος πάντων ζητούμε από τον Κύριο να την αποκτήσουμε;

Αναρτήθηκε από παπα Γιώργης Δορμπαράκης 

Πηγή: http://kirigmata.blogspot.com/2015/01/10_17.html#ixzz3P4x3CQvD

12 Ιαν 2015

ΙΕΡΑ ΠΑΝΗΓΥΡΙΣ 

ΟΣΙΑΣ ΝΙΝΑΣ ΤΗΣ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΥ


Την 13η και 14η Ιανουαρίου η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη της Οσίας Νίνας της Ισαποστόλου και πανηγυρίζει το ομώνυμο Παρεκκλήσιο της ενορίας του Αγίου Γεωργίου Βόλου.
  Οι Ιερείς και το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο σας προσκαλούν στις εόρτιες ακολουθίες  που θα διεξαχθούν κατά το ακόλουθο πρόγραμμα:

Τρίτη 13 Ιανουαρίου
ώρα 17:30 Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός μετ' Αρτοκλασίας

Τετάρτη 14 Ιανουαρίου
ώρα 7:30 Όρθρος και Θεία Λειτουργία

ώρα 17:00 Μεθεόρτιος εσπερινός και Παράκληση εις την Οσία Νίνα.