24 Δεκ 2015

Ιερά Μητρόπολις Δημητριάδος και Αλμυρού - Ειδήσεις - ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ & ΑΛΜΥΡΟΥ κ. ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2015

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2015

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ     ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

Προς Γαλάτας επιστολή Παύλου (δ΄ 4-7) 

Αδελφοί, ὅτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν.
Ὅτι δέ ἐστε υἱοί, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸ Πνεῦμα τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ εἰς τὰς καρδίας ὑμῶν, κρᾶζον· ἀββᾶ ὁ πατήρ. ὥστε οὐκέτι εἶ δοῦλος, ἀλλ' υἱός· εἰ δὲ υἱός, καὶ κληρονόμος Θεοῦ διὰ Χριστοῦ.

Ἀπόδοση στη νεοελληνική:
 Αδελφοί, όταν συμπληρώθηκε ὁ χρόνος, τότε ἔστειλε ὁ Θεὸς τὸν Υἱόν του, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε ἀπὸ γυναῖκα καὶ διετέλεσε ὑπὸ τὸν νόμον, διὰ νὰ ἐξαγοράσῃ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἦσαν δοῦλοι κάτω ἀπὸ τὸν νόμον, διὰ νὰ πάρωμεν τὴν υἱοθεσίαν.

Καὶ ἐπειδὴ εἶσθε υἱοί, ὁ Θεὸς ἔστειλε στὶς καρδιές σας τὸ Πνεῦμα τοῦ Υἱοῦ του, τὸ ὁποῖον κράζει Ἀββᾶ, Πατέρα. Ὥστε δὲν εἶσαι πλέον δοῦλος, ἀλλὰ υἱός, ἐὰν δὲ εἶσαι υἱός, εἶσαι τότε καὶ κληρονόμος τοῦ Θεοῦ διὰ τοῦ Χριστοῦ.


ΕΥΓΓΕΛΙΟΝ     ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ (β΄ 1-12)



Τοῦ Ἰησοῦ γεννηθέντος ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας ἐν ἡμέραις Ἡρῴδου τοῦ βασιλέως, ἰδοὺ μάγοι ἀπὸ ἀνατολῶν παρεγένοντο εἰς Ἱεροσόλυμα λέγοντες· ποῦ ἐστιν ὁ τεχθεὶς βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; εἴδομεν γὰρ αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι αὐτῷ.

Ἀκούσας δὲ Ἡρῴδης ὁ βασιλεὺς ἐταράχθη καὶ πᾶσα Ἱεροσόλυμα μετ᾿ αὐτοῦ, καὶ συναγαγὼν πάντας τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς τοῦ λαοῦ ἐπυνθάνετο παρ᾿ αὐτῶν ποῦ ὁ Χριστὸς γεννᾶται. οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας· οὕτω γὰρ γέγραπται διὰ τοῦ προφήτου· καὶ σὺ Βηθλεέμ, γῆ Ἰούδα, οὐδαμῶς ἐλαχίστη εἶ ἐν τοῖς ἡγεμόσιν Ἰούδα· ἐκ σοῦ γὰρ ἐξελεύσεται ἡγούμενος, ὅστις ποιμανεῖ τὸν λαόν μου τὸν ᾿Ισραήλ.

Τότε Ἡρῴδης λάθρα καλέσας τοὺς μάγους ἠκρίβωσε παρ᾿ αὐτῶν τὸν χρόνον τοῦ φαινομένου ἀστέρος, καὶ πέμψας αὐτοὺς εἰς Βηθλεὲμ εἶπε· πορευθέντες ἀκριβῶς ἐξετάσατε περὶ τοῦ παιδίου, ἐπὰν δὲ εὕρητε, ἀπαγγείλατέ μοι, ὅπως κἀγὼ ἐλθὼν προσκυνήσω αὐτῷ.

Οἱ δὲ ἀκούσαντες τοῦ βασιλέως ἐπορεύθησαν· καὶ ἰδοὺ ὁ ἀστὴρ ὃν εἶδον ἐν τῇ ἀνατολῇ προῆγεν αὐτούς, ἕως ἐλθὼν ἔστη ἐπάνω οὗ ἦν τὸ παιδίον· ἰδόντες δὲ τὸν ἀστέρα ἐχάρησαν χαρὰν μεγάλην σφόδρα, καὶ ἐλθόντες εἰς τὴν οἰκίαν εἶδον τὸ παιδίον μετὰ Μαρίας τῆς μητρὸς αὐτοῦ, καὶ πεσόντες προσεκύνησαν αὐτῷ, καὶ ἀνοίξαντες τοὺς θησαυροὺς αὐτῶν προσήνεγκαν αὐτῷ δῶρα, χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν·καὶ χρηματισθέντες κατ᾿ ὄναρ μὴ ἀνακάμψαι πρὸς Ἡρῴδην, δι᾿ ἄλλης ὁδοῦ ἀνεχώρησαν εἰς τὴν χώραν αὐτῶν.



Απόδοση

Ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἐγεννήθηκε εἰς τὴν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας κατὰ τὰς ἡμέρας τοῦ Ἡρώδη τοῦ βασιλέως, ἔφθασαν μάγοι ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἐρωτοῦσαν, «Ποῦ εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἐγεννήθηκε, ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; Διότι εἴδαμε τὸ ἄστρον του νὰ ἀνατέλλῃ καὶ ἤλθαμε νὰ τὸν προσκυνήσωμεν».
Ὅταν ἄκουσε αὐτὰ ὁ βασιλεὺς Ἡρώδης, ἐταράχθηκε καὶ μαζί του ὅλη ἡ πόλις τῶν Ἱεροσολύμων καὶ, ἀφοῦ συγκέντρωσε ὅλους τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς γραμματεῖς τοῦ λαοῦ, ἐζητοῦσε νὰ πληροφορηθῇ ἀπὸ αὐτοὺς ποῦ θὰ γεννηθῇ ὁ Χριστὸς. Ἐκεῖνοι δὲ τοῦ εἶπαν, «Εἰς τὴν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας, διότι εἶναι γραμμένον διὰ τοῦ προφήτου, «Και σὺ, Βηθλεέμ, γῆ τοῦ Ἰούδα, δὲν εἶσαι μὲ κανένα τρόπον ἡ μικρότερη μεταξὺ τῶν ἡγεμόνων τοῦ Ἰούδα, διότι ἀπὸ σὲ θὰ προέλθῃ ἕνας ἀρχηγός, ὁ ὁποῖος θὰ κυβερνήσῃ τὸν λαόν μου, τὸν Ἰσραήλ».
Τότε ὁ Ἡρώδης ἐκάλεσε κρυφὰ τοὺς μάγους καὶ ἐξακρίβωσε ἀπὸ αὐτοὺς τὸν χρόνον ποὺ ἐφάνηκε τὸ ἄστρον. Κατόπιν τοὺς ἔστειλε εἰς τὴν Βηθλεὲμ καὶ τοὺς εἶπε, «Πηγαίνετε καὶ ἐξετάσατε ἀκριβῶς περὶ τοῦ παιδιοῦ. Καὶ ὅταν τὸ βρῆτε, εἰδοποιήσατέ με, διὰ νὰ ἔλθω καὶ ἐγὼ νὰ τὸ προσκυνήσω».

Αὐτοὶ, ἀφοῦ ἄκουσαν τὸν βασιλέα, ἔφυγαν. Καὶ νὰ, τὸ ἄστρον, τὸ ὁποῖον εἶχαν ἰδῆ νὰ ἀνατέλλῃ, προηγεῖτο, ἕως ὅτου ἦλθε καὶ ἐστάθηκε ἐπάνω εὶς τὸ μέρος, ὅπου εὑρίσκετο τὸ παιδί. Μόλις εἶδαν τὸ ἄστρον, αἰσθάνθηκαν μεγάλην χαράν. Καὶ ὅταν ἐμπῆκαν εἰς τὸ σπίτι, εἶδαν τὸ παιδὶ μαζὶ μὲ τὴν Μαρίαν, τὴν μητέρα του, καὶ ἔπεσαν εἰς τὴν γῆν καὶ τὸ προσκύνησαν· κατόπιν ἄνοιξαν τοὺς θησαυρούς τως καὶ τοῦ προσέφεραν γιὰ δῶρα χρυσὸν καὶ λιβάνι καὶ σμύρναν. Καὶ ἐπειδὴ καθωδηγήθησαν μὲ ὄνειρον ὑπὸ τοῦ Θεοῦ νὰ μὴ ἐπιστρέψουν στὸν Ἡρώδην, ἀνεχώρησαν εἰς τὴν πατρίδα τους ἀπὸ ἄλλον δρόμον.

17 Σεπ 2015

ΟΧΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΑΛΛΑ ΑΝΑΣΤΑΣΗ (Κυριακή μετά την Ύψωση)


Η περασμένη Κυριακή ήταν η Κυριακή «προ της Υψώσεως», η σημερινή  Κυριακή είναι «μετά την Ύψωσιν».
 Εκείνη ήταν το προανάκρουσμα της μεγάλης εορτής του Σταυρού, η σημερινή είναι ο απόηχος της εορτής που πέρασε.
 Η εορτή του Σταυρού πέρασε κι η Εκκλησία εξακολουθεί να κάνει λόγο για το Σταυρό• ο Απόστολος και το Ευαγγέλιο  και πολλά τροπάρια υπόθεση έχουν το Σταυρό του Κυρίου.
 Αλλά όλη η Εκκλησία κι η θεία λατρεία κι η πίστη μας κι η ζωή μας είναι ο Σταυρός του Κυρίου• ο Σταυρός κι η Ανάσταση, που είναι οι δύο όψεις του ίδιου πράγματος, καθώς το ψάλλομε το Μέγα Σάββατο• «Δόξα, Κύριε, τω Σταυρώ σου και τη Αναστάσει σου».
Είναι μεγάλη μας τιμή, αδελφοί μου, που είμαστε χριστιανοί• μεγάλη μας τιμή και μεγάλη μας ευθύνη. Γιατί ο χριστιανός δεν είναι μόνο ένα όνομα κι ένας τίτλος, αλλά είναι κι ένας σταυρός κι ένα χρέος.
 Όχι κάθε σταυρός, αλλά ο Σταυρός του Κυρίου. 
Γιατί οι άνθρωποι σηκώνουν πολλούς σταυρούς και για πολλά πράγματα στον κόσμο δίνουν τη ζωή τους, τάχα πως αυτό είναι το χρέος τους. 
Μα ο Ιησούς Χριστός είπε• «ένεκεν εμού και του Ευαγγελίου». Αυτό θα πει πως ένα είναι το χρέος, εκείνο που λέγει ο Χριστός• κι ένας είναι ο σταυρός που σώζει, ο Σταυρός του Κυρίου. 
Θέλοντας οι άνθρωποι να σωθούν και βρίσκοντας πως ο Σταυρός του Κυρίου είναι βαρύς κι ο λόγος του κι εκείνος σκληρός, φτιάχνουν και φορτώνονται δικούς τους σταυρούς και δυσβάστακτα χρέη, κάτω από τα οποία αγκομαχούν και πεθαίνουν. Μα ο Σταυρός του Χριστού είναι ο «χρηστός ζυγός» και το «ελαφρόν φορτίον», καθώς ο ίδιος το βεβαιώνει• και οι εντολές του «βαρείαι ουκ εισίν» (βαριές δεν είναι), καθώς ο ευαγγελιστής Ιωάννης μαρτυρεί.
 Εδώ κρύβεται κάποιο μυστικό και το μυστικό είναι, καθώς πάλι ο ευαγγελιστής Ιωάννης μαρτυρεί, ότι «παν το γεγεννημένον εκ του Θεού νικά τον κόσμον». Αυτό θα πει πως η χάρη του Θεού δυναμώνει τους πιστούς για να σηκώσουν το Σταυρό και να τηρήσουν τις εντολές. Οι σταυρωτές του Ιησού Χριστού αγγάρεψαν το Σί¬μωνα τον Κυρηναίο «ίνα άρη τον σταυρόν αυτού»• τώρα ο Ιησούς Χριστός, σαν αντί για κείνο το καλό του Σίμωνα, βοηθά κάθε πιστό, για να σήκωση το σταυρό του.
Αυτός ο σταυρός δεν είναι ένας λόγος, ένα εξωτερικό σημάδι ή στολίδι των χριστιανών, αλλά είναι όλη η χριστιανική πίστη. Γιατί Εκκλησία θα πει σταυρός ή όπως γράφει ο Απόστολος προς Κορινθίους, «Χριστός εσταυρωμένος». 
Εκείνοι που έχουν εμπιστοσύνη μόνο στα μάτια τους, ένα τέτοιο κήρυγμα το βλέπουν πως είναι σκάνδαλο.
 Κι εκείνοι που πιστεύουν μόνο στο μυαλό τους και στη λογική το θεωρούν ανοησία.
 Από τα χρόνια του αποστόλου Παύλου τέτοια στάση πήραν πολλοί μπροστά στο Σταυρό.
 Μα ο Σταυρός είναι το μεγάλο μυστήριο της πίστεως, κι ο σταυρωμένος Χριστός είναι η δύναμη κι η σοφία του Θεού• γράφει ο Απόστολος προς Κορινθίους, «Ιουδαίοι σημιείον αιτούσι και Έλληνες σοφίαν ζητούσιν, ημείς δε κηρύσσομεν Χριστόν εσταυρωμένον, Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρίαν, αυτοίς δε τοις κλητοίς Ιουδαίοις τε και Έλλησι Χριστόν Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν». 
Οι Ιουδαίοι, λέγει, θέλουν θαύματα και οι Έλληνες ζητούν σοφία, όμως εμείς κηρύττομε Χριστό σταυρωμένο. Αυτό για τους Ιουδαίους είναι σκάνδαλο και για τους Έλληνες είναι μωρία (ανοησία), αλλά για κείνους που δέχονται το κάλεσμα του Θεού, ο εσταυρωμένος Χριστός είναι η δύναμη και η σοφία του Θεού. 
Και τότε και τώρα και πάντα ο εσταυρωμένος Χριστός είναι το κήρυγμα της Εκκλησίας προς έναν κόσμο, που δεν βλέπει τίποτε παραπάνω απ’ ό,τι βλέπουν τα μάτια και δεν πιστεύει τίποτε περισσότερο απ’ ό,τι χωράει το μυαλό του ανθρώπου.
Ο Χριστός μίλησε καθαρά και τα λόγια του αυτά είναι όλο το νόημα του σταυρού και του κηρύγματος για το σταυρό.
 Όποιος, λέγει, θέλει να τον ακολουθήσει πρέπει να απαρνηθεί τον εαυτό του κι υστέρα να σηκώσει το σταυρό του.
 Έτσι κι ο Χριστός απαρνήθηκε τον εαυτό του και σήκωσε το σταυρό του• κι όχι μόνο τον σήκωσε, μα και ανέβηκε σ’ αυτόν σαν σε βασιλικό θρόνο και πέθανε καρφωμένος επάνω σ’ αυτόν. 
Γιατί αυτό είναι να απαρνηθείς τον εαυτό σου, να μην έχεις δικό σου θέλημα, αλλά να είσαι παραδομένος στο θέλημα του Θεού• να μη ζεις εσύ, αλλά να ζει μέσα σου ο Χριστός, καθώς το αισθανόταν ο απόστολος Παύλος και το έγραφε προς τους χριστιανούς της Γαλατίας «Χριστώ συνεσταύρωμαι ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». 
Είμαι σταυρωμένος μαζί με το Χριστό, και δεν ζω πια εγώ, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός. Αυτά είναι λόγια μοναδικά και ανεπανάληπτα• και δεν είναι λόγια, αλλά η μαρτυρία ενός άνθρωπου, που έχει απαρνηθεί τον εαυτό του και, «δεδεμένος τω Πνεύματι», σηκώνει το σταυρό του κι ακολουθεί τον Ιησού Χριστό. 
Οι άνθρωποι στον καιρό μας αυτές τις καταστάσεις κι αυτά τα λόγια δεν τα καταλαβαίνομε• κι όχι μόνο αυτό, μα και δεν μπορούμε και δεν θέλομε να τα ακούμε, και τα θεωρούμε ανάξια για να τα προσέξουμε.
 Είμαστε οι ψυχικοί άνθρωποι, για τους οποίους γράφει ο Απόστολος• «Ψυχικός δε άνθρωπος ου δέχεται τα του Πνεύματος του Θεού• μωρία γαρ αυτώ έστι…». 
Ψυχικός είναι ο άνθρωπος, που ζει και σκέφτεται χωρίς τη χάρη του Θεού, ο διανοητικός άνθρωπος που θεοποιεί τη σκέψη του, ο χωρίς πνεύμα Θεού άνθρωπος, πού όλα τα βλέπει και τα κρίνει με το μέτρο φυσικής και υλικής πραγματικότητας• γι’ αυτόν ό,τι λέγει το Πνεύμα του Θεού είναι μωρία, πράγματα ανάξια προσοχής.
«Χριστώ συνεσταύρωμαι…» γράφει ο Απόστολος• είμαι σταυρωμένος μαζί με το Χριστό.
 Και σημαίνει να σταυρώσω τον εαυτό μου; Αυτό θα πει να καρφώσω μέσα μου και να ακινητοποιήσω κάθε αμαρτωλή επιθυμία, να νεκρώσω το κοσμικό φρόνημα, να πεθάνω επάνω στο χρέος μου και στο θέλημα του Θεού, όπως πέθανε ο Χριστός επάνω στο Σταυρό, για να αναστηθώ μαζί του. 
Αυτή είναι η πίστη του χριστιανού, αυτό θα πει να είναι κανείς χριστιανός κι όχι μόνο να έχει το όνομα, αυτό θα πει να σηκώνει ο πιστός το σταυρό του και να ακολου¬θεί το Χριστό. 
Αυτό το «ακολουθείτω μοι»! που λέγει ο Χριστός, φανερώνει μια πορεία ζωής κι έναν αγώνα•  σ’ αυτή την πορεία και τον αγώνα ο πιστός πολλές φορές και αποκάμνει και πέφτει, και φαίνεται πως ηττάται, μα και πάλι σηκώνεται και «δι’ υπομονής τρέχει τον προκείμενον αυτώ αγώνα, αφορών εις τον της πίστεως αρχηγόν και τελείωτήν Ιησούν».
 Όταν καλεί τους ανθρώπους σε μια τέτοια συμπόρευση. ο Χριστός λέγει• «Όστις θέλει…», κι αυτό είναι η τρανή απόδειξη πως ο Χριστός είναι η αλήθεια.
 Ο Χριστός καλεί όλους τους ανθρώπους, και αφήνει τον καθένα ελεύθερο• όποιος θέλει τον ακολουθεί. 
Γιατί ο Χριστός δεν ενδιαφέρεται για οπαδούς που θα είναι πολλοί, αλλά για πιστούς κι ας είναι και λίγοι.
Όλος ο κόσμος έχει τις σημαίες του και με τα συνθήματά του. 
Κι η Εκκλησία έχει  τη δική της σημαία και με το δικό της σύνθημα.
 Ο κόσμος με σημαία τις απατηλές υποσχέσεις  και με σύνθημα το δικαίωμα στην εδώ ζωή. 
Η Εκκλησία με το Σταυρό, που είναι η σημαία της αγάπης και με σύνθημα το χρέος.
 Ο κόσμος θα γκρεμίζει κι εμείς θα χτίζουμε, θα χτίζουμε τον εαυτό μας πρώτα κι ύστερα τον κόσμο. Γιατί αλλιώς δεν γίνεται να αφήνεις τον εαυτό σου γκρεμισμένο και να ξεκινάς για να φτιάξεις τον κόσμο. Χαρά σ’ εκείνους, που σηκώνουν με συνέπεια το Σταυρό τους, «ένεκεν εμού και του Ευαγγελίου», καθώς είπε ο Χριστός. Όχι επανάσταση, που θα πει να πετάξουμε και να ξεφορτωθούμε το σταυρό μας αλλά ανάσταση, που θα πει να πεθάνουμε επάνω στο σταυρό μας και στο χρέος μας. Αμήν.

Μητροπ. Σερβίων &’ Κοζάνης +Διονυσίου
 «Επί πτερίγων ανέμων»

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ 

ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Β´ 16 - 20
16 εἰδότες δὲ ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ. 17 Εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; μὴ γένοιτο. 18 εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. 19 ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. 20 Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ. 

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Ι. ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ

 16 Επειδή όμως εγνωρίσαμεν καλά ότι ο άνθρωπος δεν γίνεται δίκαιος, δεν αποκτά την δικαίωσιν ενώπιον του Θεού από τας τυπικάς διατάξστου μωσαϊκού Νομου, αλλά μόνον δια της φωτισμένης ενεργείας και ενεργού πίστεως στον Ιησούν Χριστόν, και ημείς επιστεύσαμεν στον Χριστόν Ιησούν, δια να γίνωμεν δίκαιοι από την πίστιν και με την πίστιν στον Χριστόν και όχι από τα έργα του μωσαϊκού Νομου. Διότι, όπως άλλωστε έχει γραφή και εις την Παλαιάν Διαθήκην, “δεν θα δικαιωθή ποτέ κανείς από τα έργα του Νομου”. 17 Εάν δε ημείς, αφήσαντες τον Νομον και ζητούντες να επιτύχωμεν την δικαίωσίν μας δια της πίστεως και επικοινωνίας μας με τον Ιησούν Χριστόν, ευρεθήκαμεν στο κεφαλαιώδες αυτό θέμα αμαρτωλοί, τότε έρχεται στο στόμα το παράλογον ερώτημα· άρα γε ο Χριστός που μας εκάλεσεν εις αυτόν τον δρόμον, μας ηπάτησε και είναι υπηρέτης αμαρτίας; Μη γένοιτο να σκεφθώμεν ποτέ τέτοιαν βλασφημίαν. 18 Διότι, εάν εκείνα τα οποία έχω καταργήσει ως άχρηστα, δηλαδή τα τυπικά έργα του μωσαϊκού Νομου, αυτά πάλιν επαναφέρω εις την ισχύν και τα τηρώ, αποδεικνύω τον ευατόν μου παραβάτην, διότι έτσι ομολογώ, ότι η προηγουμένη παραμέλησις των τυπικών διατάξεων του Νομου ήτο αμαρτία. 19 Αυτό όμως δεν είναι αληθινό, διότι εγώ δια του Νομου, τον οποίον κατήργησα και ο οποίος καταδικάζει εις θάνατον κάθε παραβάτην, έχω πλέον αποθάνει δι' αυτόν, δια να ζήσω πλέον εν τω Θεώ, χάρις εις την πίστιν μου προς τον Χριστόν. 20 Εγώ έχω σταυρωθή μαζή με τον Χριστόν και δεν ζω πλέον εγώ, ο παλαιός φυσικός άνθρωπος, αλλά ζη μέσα μου ο Χριστός. Αυτήν δε την ζωήν που ζω μέσα στο σώμα μου τώρα, την ζω με την χάριν και την δύναμιν της πίστεως στον Υιόν του Θεού, ο οποίος με έχει αγαπήσει και παρέδωκε τον ευατόν του εις σταυρικόν θάνατον, δια την σωτηρίαν μου. 


ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Η´ 34 - 38
34 Καὶ προσκαλεσάμενος τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. 35 ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν. 36 τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; 37 ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; 38 ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων. 
Θ´ 1 Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες ὧδε τῶν ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει. 


 ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Ι. ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Η´ 34 - 38

34 Και αφού επροσκάλεσε τον λαόν μαζή με τους μαθητάς του, είπεν εις αυτούς· “όποιος θέλει να με ακολουθήση ως πιστός μαθητής μου, ας απαρνηθή τον αμαρτωλόν εαυτόν του με τας αδυναμίας, και τα πάθη του, ας πάρη την απόφασιν να υποστή προς χάριν μου ταλαιπωρίες και αυτόν ακόμη τον σταυρικόν θάνατον, και ας με ακολουθήση στον δρόμον, που εγώ εχάραξα. 35 Διότι όποιος θέλει να σώση την επίγειον ζωή του, αυτός θα χάση την αιωνίαν και μακαρίαν ζωήν. Οποιος όμως αψηφήσει και θυσιάσει την ζωήν του προς χάριν εμού και του ευαγγελίου, αυτός θα σώση την ζωήν του εις την αιωνίαν μακαριότητα. 36 Διότι τι θα ωφελήση τον άνθρωπον, εάν κερδήση ολόκληρον τον υλικόν κόσμον και χάσει την ψυχήν του; 37 Η, τι θα δώση άνθρωπος ως αντάλλαγμα, δια να εξαγοράση την ψυχήν του από τον Αδην, αφού ούτε ο κόσμος όλος δεν ημπορεί να αντισταθμίση την αξίαν της ψυχής; 38 Διότι εκείνος, ο οποίος δια λόγους ανθρωπαρεσκείας και δειλίας θα εντραπή και θα αρνηθή εμέ και τους λόγους μου εις την γενεάν αυτήν, την αποστατημένην και αμαρτωλήν, και ο Υιός του ανθρώπου θα εντραπή αυτόν και θα τον αποκηρύξη, όταν ως κριτής των ανθρώπων έλθη ολόλαμπρος με την δόξαν του Πατρός αυτού συνοδευόμενος από τους αγίους αγγέλους”. 
 Θ´ 1  Και έλεγεν εις αυτούς· “Σας διαβεβαιώνω, ότι υπάρχουν μερικοί από αυτούς που ευρίσκονται εδώ, οι οποίοι δεν θα γευθούν τον θάνατον, προτού ιδούν την βασιλείαν του Θεού, δηλαδή την Εκκλησίαν, να εγκαθίσταται και να θεμελιώνεται εις την γην με δύναμιν κατά την ημέραν της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος”. 

ΠΗΓΗ : ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

2 Αυγ 2015

Η Παναγία μεσίτρια και βοηθός των ανθρώπων




Στη συνείδηση των ορθοδόξων πιστών η Παναγία έχει καθιερωθεί ως μεσίτρια που ενώνει τη γη με τον ουρανό, τον αισθητό κόσμο με τη νοητή ωραιότητα. Η αλήθεια αυτή αποτυπώνεται στους βυζαντινούς ναούς με την Πλατυτέρα που εικονίζεται στην κόγχη του ιερού. Η Παναγία είναι η κλίμακα από την οποία κατέβηκε ο Θεός στη γη, για να μπορέσει ο άνθρωπος να αποδεσμευθεί από τις συνέπειες της φθοράς και του θανάτου, να ατενίσει την ωραιότητα του προπτωτικού κάλλους και να πορευθεί προς τη θέωση. Γι’ αυτό η κλίμακα του Ιακώβ εξεικονίζει την Θεοτόκο που ένωσε τα «διεστώτα» και συνάπτει αυτά για πάντα με τις πρεσβείες και τη μεσιτεία της προς τον Υιό και Θεό της.
Με ποιά σημασία όμως η Παναγία θεωρείται μεσίτρια, αφού είναι γνωστό ότι ένας είναι ο μεσίτης Θεού και ανθρώπων, ο Ιησούς Χριστός; Ο Χριστός με τη θυσία του έγινε το «αντίλυτρο» για την εξαγορά όλων των ανθρώπων από τα δεσμά της πτώσεως, γεφυρώνοντας το χάσμα μεταξύ Πάτερα και εκπεσμένου υιού. Ο Χριστός είναι μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων και η μεσιτεία του αυτή γίνεται δυνατή με την Παναγία που ως Μητέρα του Θεανθρώπου πρόσφερε σε όλους τη δυνατότητα να κοινωνούν με τον Θεό.
Βασική προϋπόθεση για την επανασύνδεση και προσέγγιση Θεού και ανθρώπων είναι η λύση της έχθρας γης και ουρανού και η επαναφορά των «αποστατών» στον Πατέρα, γράφει ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός. Με τη λύση της έχθρας ανοίγει ο δρόμος για την υιοθεσία του ανθρώπου από τον Θεό. Η υιοθεσία ενεργοποιεί τη μετοχή στη θεία δόξα με το φωτισμό και την ανακαίνιση του συντετριμμένου πλάσματος. Η Παναγία ως μεσίτρια οδηγεί τον άνθρωπο στον Χριστό και πρεσβεύει για τη σωτηρία του. Στην εικονογραφία και την υμνολογία της Εκκλησίας, που αποτυπώνεται στις ακολουθίες, στους κανόνες, τον Ακάθιστο Ύμνο, τα θεοτοκάρια, τις συναπτές και σε κάθε σχετικό ύμνο, η Θεοτόκος δέεται υπέρ των πιστών και δεομένη εκφράζεται ως Μητέρα όλων. Αυτό διαφαίνεται περισσότερο στις θεομητορικές εορτές που αποτελούν ειδικότερες αφορμές καταφυγής των Χριστιανών στη σκέπη και προστασία της.
Η Παναγία βρίσκεται πολύ κοντά στον Θεό. Από το προνόμιο αυτό απορρέει η παρρησία της ενώπιον του υπέρ των ανθρώπων. Όταν οι πιστοί απευθύνουν δεήσεις και ικεσίες προς την Παναγία ή τους αγίους αυτό δεν σημαίνει ότι λησμονούν το σωτήρα Χριστό. Ο Χριστός τελικά σώζει τους ανθρώπους. «Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου, Σώτερ, σώσον ημάς» ψάλλεται στη θεία Λειτουργία. Η Θεοτόκος δεν σώζει, αλλά και δεν σωζόμαστε χωρίς αυτήν. Μέσω αυτής οικειούμαστε το σωτήρα Χριστό.
Στον Παρακλητικό Κανόνα, οι πιστοί απευθύνονται προς την Παναγία με την εξής ευχή: «Διάσωσον από κινδύνων τους δούλους σου Θεοτόκε, ότι πάντες μετά Θεόν εις σε καταφεύγομεν ως άρρηκτον τείχος και προστασίαν». Στον Κανόνα αυτόν αποτυπώνεται η θρησκευτική ευλάβεια προς το πρόσωπο της Παναγίας, την οποία επικαλούνται όλοι μετά τον Θεό Πατέρα για ενίσχυση και ενδυνάμωση. Η υμνολογική αυτή αναφορά αποτελεί μία ακόμη πτυχή της ορθόδοξης λατρείας όπου αποσαφηνίζεται ο μεσιτικός ρόλος της Θεοτόκου στις επικλήσεις σωτηρίας του κόσμου που απειλείται από την επικυριαρχία του κακού.
Ο Βασίλειος Σελευκείας προσδιορίζει το νόημα της μεσιτείας, όταν λέει: «Χαίρε κεχαριτωμένη, μεσιτεύουσα Θεώ και ανθρώποις, ίνα το μεσότοιχον αναιρεθή της έχθρας, και τοις επουρανίοις ενωθή τα επίγεια». Αυτή η υπέρβαση από τη σφαίρα της φθαρτότητας προς τα επουράνια και η επαγγελία της σωτηρίας και της αναστάσεως μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω της Παναγίας που πρώτη από όλους τους ανθρώπους δέχθηκε το χαρμόσυνο μήνυμα της αναστάσεως του Κυρίου. Η άποψη αυτή είναι διάχυτη στη λειτουργική παράδοση, την υμνογραφία και την εικονογραφία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Παρά την απουσία βιβλικής θεμελιώσεως αυτής της θέσεως, οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας στα ερμηνευτικά τους υπομνήματα πάνω σε χωρία των συνοπτικών Ευαγγελίων αφήνουν να διαφανεί ότι ο Χριστός μετά την ανάστασή του εμφανίστηκε πρώτα στην Παναγία. Η ίδια ποτέ δεν αμφισβήτησε τη θεότητα του υιού της, ενθυμούμενη όλα τα παράδοξα και θεϊκά που συνέβησαν κατά τη σύλληψη, τη γέννηση και την επί γης παρουσία του Χριστού.

Η σωτηρία και η ελπίδα της αναστάσεως προέρχεται από τον ίδιο τον Θεό. Η οικείωση όμως της σωτηρίας από τους ανθρώπους καθίσταται δυνατή με τις πρεσβείες της Θεοτόκου που, προσφέροντας το τέλειο πρότυπο αγίου βίου, οδηγεί τους πιστούς στην αρετή και τη μετάνοια. Η βαθιά αυτή πεποίθηση του λαού για τη διαρκή παρουσία της Παναγίας στο χειμαζόμενο άνθρωπο παγιώθηκε από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες στη συνείδηση των πιστών. Η Θεοτόκος γίνεται «τοις λυπουμένοις ευμενές παραμύθιον, πάσι τοις αιτούσιν ετοίμη βοήθεια». Η ίδια είναι κοντά στους ανθρώπους, αισθάνεται λύπη γι’ αυτούς και ποθεί τη σωτηρία του σύμπαντος κόσμου. Αγκαλιάζει τους πάντες και είναι έτοιμη με την παρρησία και την εγγύτητά της στον Θεό να λύσει κάθε επώδυνη κατάσταση της ζωής, την οποία προκαλεί η αμαρτία .
Οι άνθρωποι έχουν το προνόμιο να διαθέτουν ισχυρό προστάτη και υπερασπιστή τους, την Παναγία, που με την παρέμβασή της αποδυναμώνει την επιρροή του κακού. Αυτή «δέεται και πρεσβεύει υπέρ ημών» ανατρέποντας τις ορμές των παθών και τον πόλεμο του πονηρού. Η Παναγία και επιθυμεί και μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση των ποικίλων κακών, πριν ακόμη οι άνθρωποι τα αντιληφθούν. Τότε παρεμβαίνει η μεσίτρια, που με τις μητρικές της παρρησίες ικετεύει θερμά τον ουράνιο Πατέρα, σαν να πρόκειται για τον εαυτό της, προβάλλοντας τη συγγένεια της φύσεώς της με το ανθρώπινο γένος.
Η Παναγία επιβλέπει από ψηλά με συμπόνια ως «υπέρμαχος στρατηγός» το ποίμνιο που δεινοπαθεί από φανερές ή αφανείς επιθέσεις των εχθρών και κυρίως του παλαιού τυράννου, του πονηρού, κατά τη γραφή του αγίου Φιλοθέου Κοκκίνου. Η μεσιτεία της είναι το υπέρλογο εκείνο μέσο που όχι μόνο τιμά το ανθρώπινο γένος, αλλά και το ενισχύει, αφού το απαλλάσσει από την κυριαρχία του αιτίου των κακών έξεων και συνηθειών. Οι πιστοί δέονται στην Θεοτόκο να καταστείλει τα πάθη της ψυχής τους και να απολεπτύνει σταδιακά το νέφος της σάρκας, το παχύ και γεώδες αυτό προκάλυμμα. Ζητούν ακόμη να ενδυναμώνει τις νοερές κινήσεις και ενέργειες της ψυχής τους και να τις προσανατολίζει προς το αιώνιο και πρωτότυπο κάλλος.
Συχνά η απροθυμία της ανθρώπινης φύσεως και η νωθρότητα της διάνοιας καθιστούν τον άνθρωπο ράθυμο στην αρετή, που απαιτεί κόπο. Στην κατάκτηση της αρετής παρεμβάλλονται εμπόδια και αδιέξοδα. Γι’ αυτό στην πρώτη εμφάνισή τους ο πιστός καταφεύγει στην Θεοτόκο που δεν παύει να αγαπά και να φροντίζει τους ανθρώπους ως φιλόστοργη Μητέρα. Έτσι μεταβιβάζει τις ευεργεσίες της προς όλους αδιακρίτως και τους προστατεύει από τους πειρασμούς και τους κινδύνους. Ο Ιωσήφ Υμνογράφος ομιλεί ποιητικά για την ακοίμητη πρεσβεία της Θεοτόκου προς τον Θεό, που καθαρίζει τα πάθη της ψυχής με τις ιερές μεσιτείες της, δωρίζοντας παράλληλα και σωτήρια εγρήγορση για την εκπλήρωση του θελήματος του Θεού.
Είναι τόσο πολλές οι θλίψεις, οι συμφορές του βίου και οι πειρασμοί που κυκλώνουν από παντού τον πιστό, ώστε αναζητά την «κραταιά σκέπη» της Παναγίας και ζητά προστασία, κάνοντας έκκληση προς αυτήν: «Διά σπλάχνα ελέους σου, Παρθένε, μη παρίδης σεμνή ποντούμενόν με σάλω βιοτικών κυμάτων, αλλά δίδου μοι χείρα βοηθείας καταπονουμένω κακώσεσι του βίου». Στον αγώνα του ενάντια στο κακό ο πιστός καταπονείται ανελέητα από τις ορμές των παθών, από τα βέλη του πονηρού και από τις επαναστάσεις της σάρκας. Γι’ αυτό ζητά συνεργό και βοηθό του την Παναγία, ώστε να καταστείλει τις σαρκικές εκρήξεις και να αποτρέψει την κυριαρχία και επικράτηση του υλικού φρονήματος που γεννά την αμαρτία. Ο πιστός επικαλείται επίσης και την άμεση παρουσία του Θεού Πατέρα από τον οποίο ζητά να του δωρίσει «γρήγορον νουν, σώφρονα λογισμόν και καρδίαν νήφουσαν». Έτσι η προσωπική άσκηση συμβαδίζει με τη θεία αντίληψη. Ο πιστός δεν στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις, αλλά περισσότερο στη βοήθεια του Θεού στον οποίο και προσφέρει όλη του την ύπαρξη, όπως έπραξαν οι άγιοι της Εκκλησίας, και κυρίως η Παναγία.

Οι πρεσβείες της Θεοτόκου στηρίζουν τον άνθρωπο μπροστά στους πειρασμούς και τη δύναμη του κακού. Ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός εκτιμά ότι ο ανθρώπινος βίος θα ήταν αβίωτος, εάν οι πιστοί δεν είχαν την Παναγία «συνόμιλόν τους και μόνην επί γης καταλελειμμένην παρηγορίαν» .
Αν κάποιος επιθυμεί να πορευθεί προς τον Δεσπότη όλων, τον Θεό ή να ζητήσει συγγνώμη για τα παραπτώματά του, τότε στο πρόσωπο της Παναγίας θα βρει το χειραγωγό που θα τον οδηγήσει προς αυτόν. Η Θεοτόκος, λόγω της εγγύτητάς της προς τον Θεόν και της κοινής καταγωγής της με το ανθρώπινο γένος, γίνεται διαρκώς η μεσίτρια που συμφιλιώνει το πλάσμα με τον Πλάστη. Με τις πρεσβείες της χορηγεί στους πιστούς την εκπλήρωση των αιτημάτων τους. Και αν είναι υποχρέωση των τέκνων να αποδίδουν σεβασμό και τιμή στους κατά σάρκα γεννήτορες, ποιά ανταμοιβή θα ήταν αντάξια της Παναγίας που είναι η αιτία της πνευματικής γεννήσεως, ενηλικιώσεως, εμπλουτισμού και θεώσεώς τους;
Με δεδομένη την υπαιτιότητα του ιδίου του ανθρώπου για την πτώση του και την αμαύρωση του «κατ’ εικόνα», είναι φανερό ότι ο ίδιος δεν θα μπορούσε να ανακόψει την πορεία του προς τον όλεθρο. Αυτήν την καταλυτική πτώση του γένους διαπίστωνε με θλίψη και συμπόνια η Παρθένος και αναζητούσε το αντίρροπο φάρμακο για ένα τόσο μεγάλο πάθος. Διέγνωσε ότι μόνο μία κατεύθυνση υπήρχε· η ολοκληρωτική στροφή της προς τον Θεό και η μεσιτεία της για όλο το ανθρώπινο γένος. Κατά συνέπεια έγινε πρέσβειρα των ανθρώπων με τη δική της βούληση «ζητούσα όπως πιθανώς και γνησίως ομιλήσει Θεώ».
Η Θεοτόκος με τη συνεκτική δύναμη, το θεάνθρωπο υιό της που έφερε στους μητρικούς της κόλπους, γίνεται ενοποιός χώρα που συγκρατεί και ενώνει. Αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους, συγκεντρώνει τους διασκορπισμένους και τους συμφιλιώνει μεταξύ τους και με τον Θεό, όπως ακριβώς το κέντρο του κύκλου όλες τις διερχόμενες ευθείες. Η Παναγία γίνεται η κοινή εστία, το θεμέλιο βάθρο και η απαράμιλλη πηγή των υπερφυσικών χαρισμάτων, από τα οποία αντλεί πλούσια η νοερή και λογική φύση χωρίς όμως να μπορεί να υπερβεί την τελειότητα εκείνης.
Η Παναγία ως μέση μεταξύ δύο ιστορικών κόσμων, προ και μετά Χριστόν, μεσίτευσε όχι μόνο μεταξύ αυτών των δύο, αλλά και μεταξύ του Θεού και όλου του ανθρώπινου γένους. Η θέση της στο μυστήριο της θείας οικονομίας της έδωσε το προνόμιο να συνδέει μόνη αυτή το ανθρώπινο με το θείο. Έτσι κατέστησε τον Θεό Υιό ανθρώπου και ανέδειξε τους ανθρώπους σε υιούς του Θεού, γράφει ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς. Από αυτή τη θεία ιδιότητά της εκπορεύεται ο ρόλος της μεσιτείας και πρεσβείας της για τους ανθρώπους. Έκτοτε αναδύεται ως έμψυχο άγαλμα κάθε καλού, ως ζωντανή εικόνα κάθε αρετής, ως κοινωφελέστατη τιμή του ουρανού, της γης και των επέκεινα.

πηγή: Ευτυχίας Γιούλτση, «Η Παναγία πρότυπο πνευματικής τελειώσεως», εκδ. Π. Πουρναρά – Θεσ/νίκη 2001, σ. 153-162

αναδημοσίευση από: Διαδικτυακή Πύλη «Πεμπτουσία»

1 Αυγ 2015

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 2 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2015

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

(Α΄Κορινθίους γ΄ 9-17)

Δοκῶ γὰρ ὅτι ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν, ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ, καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις. ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι. ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσί· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν· ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι. Οὐκ ἐντρέπων ὑμᾶς γράφω ταῦτα, ἀλλ᾿ ὡς τέκνα μου ἀγαπητὰ νουθετῶ. ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ᾿ οὐ πολλοὺς πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ ᾿Ιησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα. παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε. Διὰ τοῦτο ἔπεμψα ὑμῖν Τιμόθεον, ὅς ἐστι τέκνον μου ἀγαπητὸν καὶ πιστὸν ἐν Κυρίῳ, ὃς ὑμᾶς ἀναμνήσει τὰς ὁδούς μου τὰς ἐν Χριστῷ, καθὼς πανταχοῦ ἐν πάσῃ ἐκκλησίᾳ διδάσκω.


Απόδοση σε απλή γλώσσα

Επειδή, νομίζω ότι ο Θεός απέδειξε εμάς τους αποστόλους τελευταίους, σαν καταδικασμένους σε θάνατο· επειδή, γίναμε θέατρο στον κόσμο, και σε αγγέλους και σε ανθρώπους. Εμείς μωροί για τον Χριστό, εσείς όμως φρόνιμοι εν Χριστώ· εμείς ασθενείς, εσείς όμως ισχυροί· εσείς ένδοξοι, εμείς χωρίς τιμή. Μέχρι τούτη την ώρα και πεινάμε, και διψάμε και είμαστε χωρίς τα απαραίτητα ενδύματα, και μας χαστουκίζουν, και περιπλανιόμαστε, και κοπιάζουμε εργαζόμενοι με τα ίδια μας τα χέρια· όταν μας χλευάζουν, ευλογούμε· όταν μας καταδιώκουν, υποφέρουμε· όταν μας δυσφημούν, παρακαλούμε· γίναμε σαν περικαθάρματα του κόσμου, σκύβαλο όλων μέχρι σήμερα. Αυτά δεν τα γράφω για να σας κάνω να ντραπείτε, αλλά σας νουθετώ, ως παιδιά μου αγαπητά. Επειδή, αν έχετε μύριους παιδαγωγούς εν Χριστώ, δεν έχετε όμως πολλούς πατέρες· δεδομένου ότι, εγώ σας γέννησα εν Χριστώ Ιησού διαμέσου τού ευαγγελίου. Σας παρακαλώ, λοιπόν, γίνεστε μιμητές μου. Γι' αυτό έστειλα σε σας τον Τιμόθεο, που είναι παιδί μου, αγαπητό και πιστό, εν Κυρίω, ο οποίος θα σας θυμίσει τους δρόμους μου, που περπατώ εν Χριστώ, όπως διδάσκω παντού, σε κάθε εκκλησία

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
(Ματθαίου ιδ΄ 22-34)

Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ ᾿Ιησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους. καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ᾿ ἰδίαν προσεύξασθαι. ὀψίας δὲ γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ. τὸ δὲ πλοῖον ἤδη μέσον τῆς θαλάσσης ἦν, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων· ἦν γὰρ ἐναντίος ὁ ἄνεμος. τετάρτῃ δὲ φυλακῇ τῆς νυκτὸς ἀπῆλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ ᾿Ιησοῦς περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης. καὶ ἰδόντες αὐτὸν οἱ μαθηταὶ ἐπὶ τὴν θάλασσαν περιπατοῦντα ἐταράχθησαν λέγοντες ὅτι φάντασμά ἐστι, καὶ ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν. εὐθέως δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς λέγων· θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε. ἀποκριθεὶς δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπε· Κύριε, εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρός σε ἐλθεῖν ἐπὶ τὰ ὕδατα. ὁ δὲ εἶπεν, ἐλθέ. καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου ὁ Πέτρος περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ὕδατα ἐλθεῖν πρὸς τὸν ᾿Ιησοῦν. βλέπων δὲ τὸν ἄνεμον ἰσχυρὸν ἐφοβήθη, καὶ ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι ἔκραξε λέγων· Κύριε, σῶσόν με. εὐθέως δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἐπελάβετο αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτῷ· ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἐδίστασας; καὶ ἐμβάντων αὐτῶν εἰς τὸ πλοῖον ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος· οἱ δὲ ἐν τῷ πλοίῳ ἐλθόντες προσεκύνησαν αὐτῷ λέγοντες· ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ. Καὶ διαπεράσαντες ἦλθον εἰς τὴν γῆν Γεννησαρέτ.

Απόδοση σε απλή γλώσσα:

Και ο Ιησούς ανάγκασε αμέσως τους μαθητές του να μπουν μέσα στο πλοίο, και να πάνε πριν απ’ αυτόν στην αντίπερα όχθη, μέχρις ότου απολύσει τα πλήθη. Και αφού απέλυσε τα πλήθη, ανέβηκε στο βουνό κατ’ ιδίαν για να προσευχηθεί. Και όταν έγινε βράδυ, ήταν εκεί μόνος. Και το πλοίο ήταν ήδη στο μέσον της θάλασσας, βασανιζόμενο από τα κύματα· επειδή, ο άνεμος ήταν ενάντιος. Και κατά την τέταρτη φυλακή της νύχτας, ο Ιησούς πήγε προς αυτούς, περπατώντας επάνω στη θάλασσα. Και οι μαθητές, βλέποντάς τον να περπατάει επάνω στη θάλασσα, ταράχτηκαν, λέγοντας ότι: Είναι φάντασμα· και από τον φόβο, έκραξαν. Αμέσως, όμως, ο Ιησούς τούς μίλησε, λέγοντας: Έχετε θάρρος· εγώ είμαι· μη φοβάστε. Και αποκρινόμενος σ’ αυτόν ο Πέτρος είπε: Κύριε, αν είσαι εσύ, πρόσταξέ με νάρθω σε σένα επάνω στα νερά. Και εκείνος είπε: Έλα. Και αφού ο Πέτρος κατέβηκε από το πλοίο, περπάτησε επάνω στα νερά, για νάρθει στον Ιησού. Βλέποντας, όμως, τον άνεμο δυνατόν, φοβήθηκε· και καθώς άρχισε να καταποντίζεται, έκραξε, λέγοντας: Κύριε, σώσε με. Και ο Ιησούς απλώνοντας αμέσως το χέρι, τον έπιασε, και του λέει: Ολιγόπιστε, σε τι δίστασες; Και όταν μπήκαν στο πλοίο, σταμάτησε ο άνεμος. Και εκείνοι που ήσαν μέσα στο πλοίο, μόλις ήρθαν, τον προσκύνησαν, λέγοντας: Αληθινά, είσαι Υιός τού Θεού. Και αφού διαπέρασαν, ήρθαν στη γη Γεννησαρέτ.



ΣΚΕΨΕΙΣ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Η ανάγκη της προσευχής

Σε ένα συνταρακτικό γεγονός, το οποίο συνέβη αμέσως μετά τον
χορτασμό των πεντακισχιλίων στην έρημο, αναφέρεται το Ευαγγελικό ανάγνωσμα που ακούσαμε σήμερα, αγαπητοί μου αδελφοί. Ο Χριστός απομακρύνθηκε από το πλήθος και ανέβηκε στον παρακείμενο λόφο για να αφεθεί στην εμπειρία της προσευχής. Οι Μαθητές διέσχιζαν τη λίμνη με το πλοιάριό τους, όταν ξέσπασε τρομερή καταιγίδα και τα κύματα απειλούσαν να τους παρασύρουν στον όλεθρο. Ο Κύριος επενέβη, περπατώντας επί των κυμάτων και προκάλεσε τον θαυμασμό, όσο και τον τρόμο των Μαθητών. Τους ηρέμησε, όμως, τους έδωσε θάρρος και δέχθηκε την επιθυμία του Πέτρου να περπατήσει κι εκείνος επί της θαλάσσης, για να νιώσει την ασφάλεια της παρουσίας
του Κυρίου. Μόνο που ο Πέτρος ολιγοψύχησε, δε μπόρεσε να
πιστέψει αυτό που του συνέβαινε, ότι δηλ. ήταν σε θέση να κυριαρχεί στα στοιχεία της φύσης και άρχισε να καταποντίζεται. Ο Ιησούς τον διέσωσε, η τρικυμία κόπασε και όλοι αναγνώρισαν ότι ο Χριστός είναι όντως ο Υιός του Θεού.
Από τα πολλά σημεία που μας παρέχουν αφορμές πνευματικού
προβληματισμού, επιλέγουμε να σταθούμε σε ένα, το οποίο συχνά μας διαφεύγει, καθώς νιώθουμε να κυριαρχεί το θαύμα του κατευνασμού των κυμάτων. Πρόκειται για την παράδοση του Ιησού στην εμπειρία και την ενέργεια της προσευχής, γεγονός ιδιαζόντως ωφέλιμο και διδακτικό. Ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, ο Θεάνθρωπος Ιησούς, νιώθει την ανάγκη της προσευχής, της ζωντανής επικοινωνίας δηλ. με τον Θεό Πατέρα και δεν το πράττει για πρώτη φορά. Είναι πάμπολλες οι στιγμές, που διασώζονται στα Ευαγγελικά κείμενα, που ο Κύριος
αποσύρεται από τους όποιους περισπασμούς και επιλέγει την μόνωση της προσευχής. 
Αν αυτό συνιστούσε ανάγκη για τον Χριστό, πόσο  μάλλον αποτελεί κορυφαίο και μέγιστο μέγεθος της δικής μας
πνευματικής ζωής. Γι’ αυτό αξίζει να καταθέσουμε μερικές απλές
σκέψεις για το γεγονός της προσευχής, που συνιστά, τελικά, ανάγκη της κάθε ψυχής.
«Προσευχή σημαίνει ακουμπάω στο Θεό. Περνώ χρόνο μαζί Του.
Του δίνομαι και περιμένω την επίσκεψή Του. Καταθέτω όλο τον εαυτό μου, με τις αμαρτίες και τα προβλήματά του, στο έλεος και στην αγάπη Του. Αναπνέω πνευματικά. Βγαίνω από το εγώ μου.
Απελευθερώνομαι. Χαίρομαι την παρουσία Του, απολαμβάνω τη δόξα Του, συγκλονίζομαι από ευγνωμοσύνη για τις ευλογίες του, θαυμάζω τη δημιουργία Του, αντικρίζω στον άνθρωπο το χάραγμα της εικόνας  Του και στα γεγονότα τη σφραγίδα της σοφίας και αγάπης Του.
 Φέρνω τον Θεό στην καθημερινότητά μου και ζω μέσα στη βασιλεία Του» ( Νικόλαος, Μητροπολίτης Μεσογαίας & Λαυρεωτικής, «Αν υπάρχει ζωή θέλω να ζήσω», σελ. 104)

Οι άνθρωποι είμαστε οντότητες ψυχοσωματικές. Το σώμα μας
χρειάζεται τροφή για να ζήσει και οξυγόνο για ν’ αναπνεύσει. Χωρίς αυτά, τα περιθώρια της ζωής εξαντλούνται και ο θάνατος επέρχεται φυσιολογικά. Αντιστοίχως και η ψυχή χρειάζεται τροφή για να ζήσει και αέρα για ν’ αναπνεύσει. Η τροφή της είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού και το οξυγόνο της η προσευχή. Χωρίς αυτά, υφίσταται πνευματική αφυδάτωση και οδηγείται στη νέκρωσή της.
 Ο άνθρωπος, από διφυής προσωπικότητα γίνεται μισός, σάρκινος, χωρίς πνευματικό περιεχόμενο, αυτοκαταδικασμένος στη στέρηση της αιώνιας ψυχής του. Γι’ αυτό, όπως διδάσκει η ασκητική εμπειρία της Εκκλησίας μας, «μην περιμένεις κάποιαν ασυνήθιστη Θεία έμπνευση για να προσευχηθείς. Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε για να προσεύχεται, όπως δημιουργήθηκε για να σκέπτεται και να μιλάει. Πριν απ’ όλα, όμως,
για να προσεύχεται…»( Tito Colliander, «Ο δρόμος των ασκητών», σελ. 91)
Είναι ανάγκη, όμως, ν’ αναφερθούμε και στο περιεχόμενο της
προσευχής μας, ούτως ώστε να είναι ευάρεστη στο Θεό και ωφέλιμη για την ψυχή μας. Η κατάθεση ποικίλων αιτημάτων την ώρα της προσευχής και η απαίτηση της ικανοποίησής τους από τον Θεό, είναι συνήθης προσευχητική τακτική, αλλ’ ουδεμία σχέση έχει με την ουσία της, ενώ κανένα θετικό αποτέλεσμα δεν παρέχει στην ψυχή μας. «Ο άνθρωπος που ζει σ’ ένα κόσμο εφήμερο, φαντάζεται και πιστεύει πως στην προσευχή το σημαντικό, ο σκοπός του ζήλου του είναι ν’ ακούσει
ο Θεός αυτό που ο άνθρωπος του λέει. Κι όμως, στην πραγματικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: η προσευχή δε βασίζεται σε αληθινές βάσεις, όταν ο Θεός ακούει τί Του λέμε και τί Του ζητάμε.
Η προσευχή έχει βάσεις αληθινές, όταν αυτός που προσεύχεται δεν σταματά να προσεύχεται μέχρι να φθάσει ν’ ακούσει αυτός ο ίδιος τί θέλει ο Θεός. Ο εφήμερος άνθρωπος σπαταλά τα λόγια του και, κατά συνέπεια, γίνεται απαιτητικός, όταν προσεύχεται. Αυτός, όμως, που προσεύχεται αληθινά περιορίζεται μόνο στο ν’ ακούει»( Νικολάε Στάινχαρτ, «Το ημερολόγιο της ευτυχίας», σελ. 352)
Είναι γεγονός, αγαπητοί μου, ότι το κεφάλαιο της προσευχής
είναι τεράστιο και δεν εξαντλείται στον περιορισμένο χώρο μιας
ταπεινής ομιλίας. Ας κρατήσουμε, όμως, βαθιά στην ψυχή μας ότι η προσευχή είναι αδιαμφισβήτητη εσωτερική μας ανάγκη, προορισμένη για να κρατήσει ζωντανές και ακμαίες τις πνευματικές μας δυνάμεις.
Γι’ αυτό να την κάνουμε τρόπο ζωής, τρόπο ζωντανής και διαρκούς επικοινωνίας με τον Θεό, εκζητώντας απλά και μόνο την προστασία και το μέγα Του έλεος. ΑΜΗΝ!


Αρχιμ. Ε.Ο.

2 Μαΐ 2015

Ιερά Μητρόπολις Δημητριάδος και Αλμυρού - Ειδήσεις - Η τραγωδία των μεταναστών και οι αξίες που γέννησαν τον ανθρωπισμό- Άρθρο του Σεβ. Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνατίου στην Εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



Η τραγωδία των μεταναστών και οι αξίες που γέννησαν τον ανθρωπισμό- 

Άρθρο του Σεβ. Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνατίου στην Εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ


ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

(Πραξ. θ´ 32-42) 

Κείμενο

Εν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἐγένετο Πέτρον διερχόμενον διὰ πάντων κατελθεῖν καὶ πρὸς τοὺς ἁγίους τοὺς κατοικοῦντας Λύδδαν. Εὗρε δὲ ἐκεῖ ἄνθρωπόν τινα Αἰνέαν ὀνόματι, ἐξ ἐτῶν ὀκτὼ κατακείμενον ἐπὶ κραβάττῳ, ὃς ἦν παραλελυμένος. Καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Πέτρος· Αἰνέα, ἰᾶταί σε ᾿Ιησοῦς ὁ Χριστός· ἀνάστηθι καὶ στρῶσον σεαυτῷ. Καὶ εὐθέως ἀνέστη. Καὶ εἶδον αὐτὸν πάντες οἱ κατοικοῦντες Λύδδαν καὶ τὸν Σάρωνα, οἵτινες ἐπέστρεψαν ἐπὶ τὸν Κύριον. ᾿Εν ᾿Ιόππῃ δέ τις ἦν μαθήτρια ὀνόματι Ταβιθά, ἣ διερμηνευομένη λέγεται Δορκάς· αὕτη ἦν πλήρης ἀγαθῶν ἔργων καὶ ἐλεημοσυνῶν ὧν ἐποίει. ᾿Εγένετο δὲ ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἀσθενήσασαν αὐτὴν ἀποθανεῖν· λούσαντες δὲ αὐτὴν ἔθηκαν ἐν ὑπερῴῳ. ᾿Εγγὺς δὲ οὔσης Λύδδης τῇ ᾿Ιόππῃ οἱ μαθηταὶ ἀκούσαντες ὅτι Πέτρος ἐστὶν ἐν αὐτῇ, ἀπέστειλαν δύο ἄνδρας πρὸς αὐτὸν παρακαλοῦντες μὴ ὀκνῆσαι διελθεῖν ἕως αὐτῶν. ᾿Αναστὰς δὲ Πέτρος συνῆλθεν αὐτοῖς· ὃν παραγενόμενον ἀνήγαγον εἰς τὸ ὑπερῷον, καὶ παρέστησαν αὐτῷ πᾶσαι αἱ χῆραι κλαίουσαι καὶ ἐπιδεικνύμεναι χιτῶνας καὶ ἱμάτια ὅσα ἐποίει μετ᾿ αὐτῶν οὖσα ἡ Δορκάς. ᾿Εκβαλὼν δὲ ἔξω πάντας ὁ Πέτρος θεὶς τὰ γόνατα προσηύξατο, καὶ ἐπιστρέψας πρὸς τὸ σῶμα εἶπε· Ταβιθά, ἀνάστηθι. ῾Η δὲ ἤνοιξε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῆς, καὶ ἰδοῦσα τὸν Πέτρον ἀνεκάθισε. Δοὺς δὲ αὐτῇ χεῖρα ἀνέστησεν αὐτήν, φωνήσας δὲ τοὺς ἁγίους καὶ τὰς χήρας παρέστησεν αὐτὴν ζῶσαν. Γνωστὸν δὲ ἐγένετο καθ᾿ ὅλης τῆς ᾿Ιόππης, καὶ πολλοὶ ἐπίστευσαν ἐπὶ τὸν Κύριον.


Απόδοση σε απλή γλώσσα

Εκεῖνες τὶς ἡμέρες, περνώντας ὁ Πέτρος ἀπ’ ὅλες τὶς ἐκκλησίες, κατέβηκε καὶ στοὺς χριστιανοὺς ποὺ κατοικοῦσαν στὴ Λύδδα. ᾿Εκεῖ βρῆκε κάποιον ἄνθρωπο ποὺ λεγόταν Αἰνέας. Αὐτὸς ἦταν ὀχτὼ χρόνια κατάκοιτος, ἐπειδὴ ἦταν παράλυτος. ῾Ο Πέτρος τοῦ εἶπε· «Αἰνέα, σὲ γιατρεύει ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός. Σήκω καὶ στρῶσε τὸ κρεβάτι σου». Κι αὐτὸς ἀμέσως σηκώθηκε. ῞Ολοι ὅσοι κατοικοῦσαν στὴ Λύδδα καὶ στὸν Σάρωνα τὸν εἶδαν καὶ δέχτηκαν τὸν ᾿Ιησοῦ γιὰ Κύριό τους. Στὴν ᾿Ιόππη ἦταν μιὰ μαθήτρια ποὺ τὴν ἔλεγαν Ταβιθά -στὰ ἑλληνικὰ σημαίνει «Δορκάδα». Αὐτὴ εἶχε κάνει πολλὲς ἀγαθοεργίες καὶ ἐλεημοσύνες. ᾿Εκεῖνες τὶς μέρες συνέβη νὰ ἀρρωστήσει καὶ νὰ πεθάνει. Τὴν ἔλουσαν, λοιπόν, καὶ τὴν ἔβαλαν στὸ ἀνώγειο. ῾Η Λύδδα ἦταν κοντὰ στὴν ᾿Ιόππη, καί, ὅταν οἱ μαθητὲς ἄκουσαν ὅτι ὁ Πέτρος ἦταν ἐκεῖ, τοῦ ἔστειλαν δύο ἄνδρες καὶ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ πάει σ’ αὐτοὺς ὅσο γίνεται πιὸ γρήγορα. Αὐτὸς ξεκίνησε καὶ πῆγε μαζί τους. Μόλις ἔφτασε, τὸν ἀνέβασαν στὸ ἀνώγειο. ᾿Αμέσως τὸν περικύκλωσαν ὅλες οἱ χῆρες κλαίγοντας καὶ δείχνοντάς του τὰ ροῦχα ποὺ εἶχε φτιάξει γι’ αὐτοὺς ἡ Δορκάδα ὅσο ζοῦσε. ῾Ο Πέτρος τότε τοὺς ἔβγαλε ὅλους ἔξω, γονάτισε καὶ προσευχήθηκε. Κατόπιν γύρισε στὴ νεκρὴ καὶ τῆς εἶπε· «Ταβιθά, σήκω πάνω». Αὐτὴ ἄνοιξε τὰ μάτια της, κι ὅταν εἶδε τὸν Πέτρο ἀνασηκώθηκε. ῾Ο Πέτρος τῆς ἔδωσε τὸ χέρι του καὶ τὴ σήκωσε. ῞Υστερα φώναξε τοὺς πιστοὺς καὶ τὶς χῆρες καὶ τοὺς τὴν παρουσίασε ζωντανή. Αὐτὸ ἔγινε γνωστὸ σ’ ὅλη τὴν ᾿Ιόππη, καὶ πολλοὶ πίστεψαν στὸν Κύριο.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

(᾿Ιω. ε´ 1-15) 

Κείμενο
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἀνέβη ᾿Ιησοῦς εἰς ῾Ιεροσόλυμα. ῎Εστι δὲ ἐν τοῖς ῾Ιεροσολύμοις ἐπὶ τῇ προβατικῇ κολυμβήθρα, ἡ ἐπιλεγομένη ῾Εβραϊστὶ Βηθεσδά, πέντε στοὰς ἔχουσα. ᾿Εν ταύταις κατέκειτο πλῆθος πολὺ τῶν ἀσθενούντων, τυφλῶν, χωλῶν, ξηρῶν, ἐκδεχομένων τὴν τοῦ ὕδατος κίνησιν. ῎Αγγελος γὰρ κατὰ καιρὸν κατέβαινεν ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ, καὶ ἐταράσσετο τὸ ὕδωρ· ὁ οὖν πρῶτος ἐμβὰς μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ ὕδατος ὑγιὴς ἐγίνετο ᾧ δήποτε κατείχετο νοσήματι. ῏Ην δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καὶ ὀκτὼ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ. Τοῦτον ἰδὼν ὁ ᾿Ιησοῦς κατακείμενον, καὶ γνοὺς ὅτι πολὺν ἤδη χρόνον ἔχει, λέγει αὐτῷ· Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι; ᾿Απεκρίθη αὐτῷ ὁ ἀσθενῶν· Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τὸ ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τὴν κολυμβήθραν· ἐν ᾧ δὲ ἔρχομαι ἐγώ, ἄλλος πρὸ ἐμοῦ καταβαίνει. Λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· ῎Εγειρε, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. Καὶ εὐθέως ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος, καὶ ἦρε τὸν κράβαττον αὐτοῦ καὶ περιεπάτει. ῏Ην δὲ Σάββατον ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ. ῎Ελεγον οὖν οἱ ᾿Ιουδαῖοι τῷ τεθεραπευμένῳ· Σάββατόν ἐστιν· οὐκ ἔξεστί σοι ἆραι τὸν κράβαττον. ᾿Απεκρίθη αὐτοῖς· ῾Ο ποιήσας με ὑγιῆ, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. ᾿Ηρώτησαν οὖν αὐτόν· Τίς ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ὁ εἰπών σοι, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; ῾Ο δὲ ἰαθεὶς οὐκ ᾔδει τίς ἐστιν· ὁ γὰρ ᾿Ιησοῦς ἐξένευσεν ὄχλου ὄντος ἐν τῷ τόπῳ. Μετὰ ταῦτα εὑρίσκει αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς ἐν τῷ ἱερῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ῎Ιδε ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται. ᾿Απῆλθεν ὁ ἄνθρωπος καὶ ἀνήγγειλε τοῖς ᾿Ιουδαίοις ὅτι ᾿Ιησοῦς ἐστιν ὁ ποιήσας αὐτὸν ὑγιῆ.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Ἐκεῖνο τὸν καιρό, ἀνέβηκε ὁ ᾿Ιησοῦς στὰ ῾Ιεροσόλυμα. Κοντὰ στὴν προβατικὴ πύλη, στὰ ῾Ιεροσόλυμα, ὑπάρχει μιὰ δεξαμενὴ μὲ πέντε στοές, ποὺ ἑβραϊκὰ ὀνομάζεται Βηθεσδά. Σ’ αὐτὲς τὶς στοὲς κείτονταν πολλοὶ ἄρρωστοι, τυφλοί, κουτσοί, παράλυτοι, ποὺ περίμεναν νὰ ἀναταραχθεῖ τὸ νερό· γιατί, ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρό, ἕνας ἄγγελος Κυρίου κατέβαινε στὴ δεξαμενὴ κι ἀνατάραζε τὰ νερά· ὅποιος, λοιπόν, ἔμπαινε πρῶτος μετὰ τὴν ἀναταραχὴ τοῦ νεροῦ, αὐτὸς γινόταν καλά, ὅποια κι ἂν ἦταν ἡ ἀρρώστια ποὺ τὸν ταλαιπωροῦσε. ᾿Εκεῖ ἦταν κι ἕνας ἄνθρωπος, ἄρρωστος τριάντα ὀκτὼ ὁλόκληρα χρόνια. ῞Οταν τὸν εἶδε ὁ ᾿Ιησοῦς κατάκοιτο, τὸν ρώτησε· «Θέλεις νὰ γίνεις καλά;» ῎Ηξερε πὼς ἦταν ἔτσι γιὰ πολὺν καιρό. «Κύριε», τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ ἄρρωστος, «δὲν ἔχω κανέναν νὰ μὲ βάλει στὴ δεξαμενὴ μόλις ἀναταραχτοῦν τὰ νερά· ἔτσι, ἐνῶ ἐγὼ προσπαθῶ νὰ πλησιάσω μόνος μου, πάντοτε κάποιος ἄλλος κατεβαίνει στὸ νερὸ πρὶν ἀπὸ μένα». ῾Ο ᾿Ιησοῦς τοῦ λέει· «Σήκω πάνω, πάρε τὸ κρεβάτι σου καὶ περπάτα». Κι ἀμέσως ὁ ἄνθρωπος ἔγινε καλά, σήκωσε τὸ κρεβάτι του καὶ περπατοῦσε. ῾Η μέρα ποὺ ἔγινε αὐτὸ ἦταν Σάββατο. ῎Ελεγαν, λοιπόν, οἱ ᾿Ιουδαῖοι ἄρχοντες στὸν θεραπευμένο· «Εἶναι Σάββατο, καὶ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ σηκώνεις τὸ κρεβάτι σου». Αὐτὸς ὅμως τοὺς ἀπάντησε· «᾿Εκεῖνος ποὺ μ’ ἔκανε καλά, ἐκεῖνος μοῦ εἶπε “πάρε τὸ κρεβάτι σου καὶ περπάτα”». Τὸν ρώτησαν· «Ποιὸς εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ σοῦ εἶπε “πάρε το καὶ περπάτα;”» ῾Ο θεραπευμένος ὅμως δὲν ἤξερε νὰ πεῖ ποιὸς ἦταν, ἐπειδὴ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶχε φύγει ἀπαρατήρητος ἐξαιτίας τοῦ πλήθους ποὺ ἦταν μαζεμένο ἐκεῖ. ᾿Αργότερα ὁ ᾿Ιησοῦς τὸν βρῆκε στὸν ναὸ καὶ τοῦ εἶπε· «Βλέπεις, ἔχεις γίνει καλά· ἀπὸ δῶ καὶ πέρα μὴν ἁμαρτάνεις, γιὰ νὰ μὴν πάθεις τίποτα χειρότερο». ῾Ο ἄνθρωπος ἔφυγε ἀμέσως κι ἀνάγγειλε στοὺς ᾿Ιουδαίους ἄρχοντες ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς ἦταν αὐτὸς ποὺ τὸν γιάτρεψε.



                                    par1



ΣΚΕΨΕΙΣ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ

Δεν είμαστε μόνοι

 

Ανάμεσα στα αναρίθμητα θαύματα του Κυρίου μας το θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού της Βηθεσδά που ακούσαμε σήμερα στο Ευαγγελικό ανάγνωσμα, φέρνει ένα ιδιαίτερο μήνυμα στους ανθρώπους της εποχής μας. Δεν αποκαλύπτει μόνο την αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο, αλλά και το κρυφό δράμα της μοναξιάς, που σαν επιδημία απλώνεται στις προηγμένες κοινωνίες και απειλεί την ισορροπία της ανθρώπινης προσωπικότητας.
 Αλλά ας θυμηθούμε λίγο τι λέει το σημερινό ανάγνωσμα. Δίπλα στην προβατική πύλη του τείχους της Ιερουσαλήμ (πύλη από την οποία περνούσαν τα πρόβατα που προορίζονταν για θυσία, για να τα καθαρίσουν πρώτα),   υπήρχε μια δεξαμενή (κολυμβήθρα) με πέντε στοές, που ονομαζόταν Βηθεσδά ή καλύτερα Βελζεθά (οίκος ελέους ή κολυμβήθρα του ελέους.). Έχουν βρεθεί μάλιστα και τα ερείπιά της, βορειοανατολικά του Ναού. Αυτή η δεξαμενή είχε γύρω της πέντε στοές πλημμυρισμένες από λογής – λογής αρρώστους, ένα νοσοκομείο του Θεού ήταν. Διότι όλοι αυτοί, τυφλοί, ανάπηροι, παράλυτοι, περίμεναν με αγωνία κι ελπίδα να κατέβει κάθε τόσο ο άγγελος, ο απεσταλμένος του Θεού, να ταράξει τα νερά της δεξαμενής. Και τότε! Ω τότε! Όποιος προλάβαινε να πέσει μέσα στα νερά την ώρα εκείνη γινόταν αμέσως καλά, από οποιαδήποτε αρρώστια κι αν έπασχε. Απ’ όλους αυτούς τους βασανισμένους αρρώστους όμως ένας άνθρωπος ξεχώριζε. Τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια παράλυτος. Κι ήταν μόνος, κατάμονος. Δεν είχε κανένα να τον βοηθήσει. Μα σήμερα κάτι άλλαξε στη ζωή του. Δεν είναι μόνος. Τον πλησίασε ο Χριστός, ο Θεός που έγινε άνθρωπος για να θεραπεύσει τον πληγωμένο άνθρωπο. Ο Κύριος λοιπόν μόλις αντίκρισε τον παράλυτο, του είπε: «Θέλεις να γίνεις καλά»; Κι εκείνος με πόνο του απάντησε: «Κύριε, δεν έχω άνθρωπο να με βοηθήσει να πέσω πρώτος μέσα στα νερά όταν τα κινήσει ο άγγελος. Πάντοτε κάποιος άλλος προλαβαίνει να πέσει πρώτος».
Πόσο δραματική ήταν αλήθεια η ζωή αυτού του ανθρώπου! Πώς ζούσε τόσα χρόνια; Πού έβρισκε φαγητό; Ποιος τον διακονούσε στις καθημερινές του ανάγκες; Μπορούμε να τον φαντασθούμε στα τριανταοκτώ αυτά χρόνια της δοκιμασίας του; Μπορούμε να κατανοήσουμε το δράμα του εκεί στην κολυμβήθρα; Μόνος, έρημος κι αβοήθητος ανάμεσα σε τόσους ανθρώπους. Κι από τον τρόπο που αποκρίνεται στον Κύριο φαίνεται ότι ο παράλυτος αυτός υποφέρει, μα δεν γογγύζει. Βλέπει την περιφρόνηση και δεν βλασφημεί ούτε τον Θεό ούτε την ώρα που γεννήθηκε. Δεν κατηγορεί κανένα. Δεν μιλάει με οργή. Αντίθετα περιμένει. Περιμένει την κάθοδο του αγγέλου, την επίσκεψη της θείας χάριτος.
Πόσοι άνθρωποι αλήθεια και σήμερα, σε διαφορετικές βέβαια συνθήκες υποφέρουν όπως ο παράλυτος του Ευαγγελίου ο οποίος γίνεται σύμβολο του ανθρώπου της εποχής μας. Μόνοι κι εγκαταλελειμμένοι, σ’ ένα απόμακρο χωριό, σ’ ένα Γηροκομείο ξεχασμένων ψυχών, σ’ ένα παρατημένο διαμέρισμα, σ’ ένα σπίτι χωρίς αγάπη. Στις μεγαλουπόλεις το δράμα της μοναξιάς διακρίνεται καλύτερα. Άγνωστοι μεταξύ αγνώστων κυκλοφορούν στους δρόμους χιλιάδες άνθρωποι που αν και στριμώχνονται στα λεωφορεία, στα καταστήματα, στα γραφεία, εν τούτοις είναι τόσο ξένοι και άγνωστοι.
Ζούμε κοντά ο ένας στον άλλο, αλλά δεν έχουμε καμιά ψυχική επικοινωνία, μπορεί στο διαμέρισμα μιας πολυκατοικίας μια οικογένεια ή ένας άνθρωπος να ζεί κάποιο δράμα και στο διπλανό διαμέρισμα να μην ξέρουν τίποτε και να διασκεδάζουν, είναι γεγονός πλέον ότι πίσω από τις περισσότερες κλισμένες πόρτες υπάρχουν πολλοί συνάνθρωποί μας  που υποφέρουν.
Όλοι αυτοί ακούγοντας σήμερα το ιερό αυτό Ευαγγέλιο, δεν πρέπει να απελπίζονται,  θα πρέπει να διδαχθούν από δυο μεγάλες αλήθειες. Πρώτον ότι μέσα στη μοναξιά μας, αντί να κλαίμε για την κατάστασή μας, έχουμε χρέος να καλλιεργούμαστε στην αρετή, να κάνουμε υπομονή, να έχουμε πίστη, να συνειδητοποιούμε τη μηδαμινότητά μας, και έτσι να εξαγιαζόμαστε.
 Και δεύτερον να κατανοήσουμε ότι δεν είμαστε μόνοι. Δίπλα μας είναι αοράτως ο Χριστός. Μπορεί βέβαια να μην επεμβαίνει ακόμη στο δράμα μας. Αλλά ξέρει τον πόνο μας και τη μοναξιά μας.
Ας Τον παρακαλούμε λοιπόν να σταθεί σύντροφος στο πρόβλημά μας και στη δυστυχία μας και να μας στείλει ανθρώπους του να μας συμπαρασταθούν και να γλυκάνουν τη μοναξιά μας και τη δυστυχία μας. Δεν είμαστε μόνοι. Δίπλα μας είναι ο Θεάνθρωπος έτοιμος να μας βοηθήσει.
Ο Κύριος εκεί στη δεξαμενή της Βηθεσδά, αφού άκουσε τα πονεμένα λόγια του παραλύτου, του είπε: «Σήκω επάνω. Πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα». Πώς έγιναν όλα τόσο ξαφνικά! Πώς αυτός που δεν μπορούσε να περπατήσει τριανταοκτώ ολόκληρα χρόνια σηκώθηκε υγιέστατος; Πώς σήκωσε το κρεβάτι του και περπάτησε και διάβαινε ολόρθος τους δρόμους της Ιερουσαλήμ;
Κάποιοι που τον είδαν, αυτόν τον πασίγνωστο παράλυτο, να περπατά, αντί να χαρούν για το πρωτοφανές θαύμα που έβλεπαν, παραλογίσθηκαν. Κι άρχισαν να τον κατηγορούν, διότι δεν ήταν επιτρεπτό σύμφωνα με το νόμο ημέρα Σάββατο να σηκώνει το κρεβάτι του. Αυτός όμως με θάρρος τους απαντά: «Εκείνος που με θεράπευσε, εκείνος μού ‘πε να σηκώσω και το κρεβάτι μου». «Και ποιος είναι αυτός;», τον ρωτούν. Ο πρώην παράλυτος όμως δεν ήξερε ποιο ήταν το όνομα του Κυρίου, ο Οποίος μετά το θαύμα είχε απομακρυνθεί διακριτικά. Κάποια ημέρα όμως ο Κύριος Ιησούς τον συναντά στο ιερό και του λέει: «Κοίταξε, έγινες καλά. Πρόσεξε όμως να μην αμαρτάνεις στο εξής, για να μην πάθεις χειρότερο κακό». Κι εκείνος γεμάτος ευγνωμοσύνη και χαρά, ψάχνει και βρίσκει ξανά τους Ιουδαίους που τον είχαν ρωτήσει, για να τους αποκαλύψει με ενθουσιασμό τον ευεργέτη του:  Ο Ιησούς είναι αυτός που με έκανε υγιή, τους είπε χαρούμενος.
Αυτή η πηγαία ομολογία του ανθρώπου εκείνου που εκδήλωνε τη βαθιά του ευγνωμοσύνη προς τον ευεργέτη του πρέπει να μας διδάξει πολύ. Διότι κι εμείς δεχόμαστε καθημερινά τις μεγάλες και θαυμαστές ευεργεσίες του Θεού που μυστικά ή φανερά ενεργεί στη ζωή μας από τα παιδικά μας χρόνια μέχρι σήμερα. Μπροστά στις αναρίθμητες ευεργεσίες λοιπόν που δεχόμαστε τόσα χρόνια, να μάθουμε να λέμε καθημερινά μέσα από την καρδιά μας το «δόξα σοι ο Θεός». Χωρίς να γκρινιάζουμε γι’ αυτά που μας λείπουν και χωρίς να ερμηνεύουμε τα γεγονότα της ζωής μας ως αποτέλεσμα συγκυριών ή ως συνέπειες των προσωπικών μας προσπαθειών. Αλλά να έχουμε μέσα μας κυρίαρχο το αίσθημα της ευγνωμοσύνης προς τον Κύριο για όλες τις δωρεές που δεχόμαστε. Να Τον ευχαριστούμε με όλη μας τη δύναμη για όλα όσα γνωρίζουμε και όσα δεν γνωρίζουμε, για τις αφανείς και φανερές ευεργεσίες που έχει κάνει σε μας. Και να ομολογούμε στους γύρω μας ότι ο Κύριος Ιησούς είναι ο ευεργέτης της ζωής μας, ο «ιατρός των ψυχών και των σωμάτων» μας, ο Πατέρας μας και ο κυβερνήτης της ζωής μας.
Επομένως αδελφοί μου, όσοι νοιώθουμε την  μοναξιά , όσοι είμαστε  καρφωμένοι στο κρεβάτι του πόνου σαν τον παράλυτο του σημερινού Ευαγγελίου και με δάκρυα λέμε «άνθρωπο δεν έχω» ας ενωθούμε με τον Θεάνθρωπο. Ας τον αναζητήσουμε  τις ώρες της  μοναξιάς και του πόνου και εκείνος θα γεμίσει τις ώρες μας αυτές και θα απαλύνει τον πόνο μας. Ας μην απογοητευόμαστε, ας μην απελπιζόμαστε, εκείνο που μας απομένει να κάνουμε είναι να υψώσουμε την κραυγή της ψυχή μας  στον Αναστάντα Κύριο, και Εκείνος πολύ σύντομα στον αφόρητο πόνο μας θα ,μας απαντήσει με αυτά τα παρηγορητικά λόγια «  Δια σε άνθρωπος γέγονα, Δια σε σάρκα περιβέβλημαι και λέγεις άνθρωπο ουκ έχω;»

Πάντοτε λοιπόν άνθρωπό θα έχουμε και μάλιστα τον Θεάνθρωπο Κύριό μας, αρκεί να τον καλέσουμε. Αμήν
Σ.Π

25 Απρ 2015

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΩΡΩΝ

Το Αποστολικό Ανάγνωσμα
(Πράξ. στ´ 1-7) 

Εν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, πληθυνόντων τῶν μαθητῶν ἐγένετο γογγυσμὸς τῶν ῾Ελληνιστῶν πρὸς τοὺς ῾Εβραίους, ὅτι παρεθεωροῦντο ἐν τῇ διακονίᾳ τῇ καθημερινῇ αἱ χῆραι αὐτῶν. Προσκαλεσάμενοι δὲ οἱ δώδεκα τὸ πλῆθος τῶν μαθητῶν εἶπον· Οὐκ ἀρεστόν ἐστιν ἡμᾶς καταλείψαντας τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ διακονεῖν τραπέζαις.
᾿Επισκέψασθε οὖν, ἀδελφοί, ἄνδρας ἐξ ὑμῶν μαρτυρουμένους ἑπτά, πλήρεις Πνεύματος ῾Αγίου καὶ σοφίας, οὓς καταστήσομεν ἐπὶ τῆς χρείας ταύτης· ἡμεῖς δὲ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ διακονίᾳ τοῦ λόγου προσκαρτερήσομεν. Καὶ ἤρεσεν ὁ λόγος ἐνώπιον παντὸς τοῦ πλήθους· καὶ ἐξελέξαντο Στέφανον, ἄνδρα πλήρη πίστεως καὶ Πνεύματος ῾Αγίου, καὶ Φίλιππον καὶ Πρόχορον καὶ Νικάνορα καὶ Τίμωνα καὶ Παρμενᾶν καὶ Νικόλαον προσήλυτον ᾿Αντιοχέα, οὓς ἔστησαν ἐνώπιον τῶν ἀποστόλων, καὶ προσευξάμενοι ἐπέθηκαν αὐτοῖς τὰς χεῖρας. Καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ηὔξανε, καὶ ἐπληθύνετο ὁ ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν ἐν ῾Ιερουσαλὴμ σφόδρα, πολύς τε ὄχλος τῶν ᾿Ιουδαίων ὑπήκουον τῇ πίστει.

Απόδοση: 
Εκεῖνες τὶς μέρες, καθὼς μεγάλωνε ὁ ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν, ἄρχισαν νὰ παραπονιοῦνται οἱ ἑλληνόφωνοι πιστοὶ ἐναντίον τῶν ἑβραιοφώνων, ὅτι στὴν καθημερινὴ διανομὴ τῶν τροφίμων δὲν φρόντιζαν τὶς ἑλληνόφωνες χῆρες ὅσο ἔπρεπε. Τότε οἱ δώδεκα ἀπόστολοι σύναξαν ὅλους τοὺς μαθητὲς καὶ τοὺς εἶπαν· «Δὲν εἶναι σωστὸ ἐμεῖς ν’ ἀφήσουμε τὸ κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἀσχολούμαστε μὲ διανομὲς τροφίμων. Φροντίστε, λοιπόν, ἀδελφοί, νὰ ἐκλέξετε ἀπ’ ἀνάμεσά σας ἑφτὰ ἄνδρες μὲ καλὴ φήμη, γεμάτους ἀπὸ τὴ σοφία τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Θὰ ὁρίσουμε αὐτοὺς νὰ κάνουν αὐτὸ τὸ ἔργο, κι ἐμεῖς θὰ ἀφιερωθοῦμε ἀποκλειστικὰ στὴν προσευχὴ καὶ στὸ ἔργο τοῦ κηρύγματος». Μ’ αὐτὰ τὰ λόγια συμφώνησε ὅλη ἡ κοινότητα. ῎Ετσι διάλεξαν τὸν Στέφανο, ἄνθρωπο γεμάτον πίστη καὶ ῞Αγιο Πνεῦμα· ἐπίσης τὸν Φίλιππο, τὸν Πρόχορο, τὸν Νικάνορα, τὸν Τίμωνα, τὸν Παρμενᾶ καὶ τὸν Νικόλαο ἀπὸ τὴν ᾿Αντιόχεια, ὁ ὁποῖος προηγουμένως εἶχε προσχωρήσει στὸν ᾿Ιουδαϊσμό. ῾Η κοινότητα τοὺς ἔφερε μπροστὰ στοὺς ἀποστόλους, οἱ ὁποῖοι προσευχήθηκαν κι ἔβαλαν τὰ χέρια πάνω στὰ κεφάλια αὐτῶν τῶν ἑφτά. Στὸ μεταξὺ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶχε μεγάλη διάδοση. ῾Ο ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν στὴν ῾Ιερουσαλὴμ μεγάλωνε πολὺ καὶ πάρα πολλοὶ ᾿Ιουδαῖοι ἀποδέχονταν τὴν πίστη.


Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα
(Μαρκ. ιε´ 43 - ιστ´ 8)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθὼν ᾿Ιωσὴφ ὁ ἀπὸ ᾿Αριμαθαίας, εὐσχήμων βουλευτής, ὃς καὶ αὐτὸς ἦν προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ ᾿Ιησοῦ. ῾Ο δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε· καὶ γνοὺς ἀπὸ τοῦ κεντυρίωνος ἐδωρήσατο τὸ σῶμα τῷ ᾿Ιωσήφ. Καὶ ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν ἐνείλησε τῇ σινδόνι καὶ κατέθηκεν αὐτὸν ἐν μνημείῳ, ὃ ἦν λελατομημένον ἐκ πέτρας, καὶ προσεκύλισε λίθον ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ μνημείου. ῾Η δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ᾿Ιωσῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται. Καὶ διαγενομένου τοῦ σαββάτου Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ ᾿Ιακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτὸν. Καὶ λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου. Καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς· Τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου; Καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος· ἦν γὰρ μέγας σφόδρα. Καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολὴν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. ῾Ο δὲ λέγει αὐταῖς· Μὴ ἐκθαμβεῖσθε· ᾿Ιησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον· ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν. ᾿Αλλ᾿ ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν. Καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου· εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον· ἐφοβοῦντο γάρ.

Απόδοση:
Εκεῖνο τὸν καιρό, ὁ ᾿Ιωσήφ, ἕνα ἀξιοσέβαστο μέλος τοῦ συνεδρίου, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν ᾿Αριμαθαία, καὶ περίμενε κι αὐτὸς τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τόλμησε νὰ πάει στὸν Πιλᾶτο καὶ νὰ τοῦ ζητήσει τὸ σῶμα τοῦ ᾿Ιησοῦ. ῾Ο Πιλᾶτος ἀπόρησε ποὺ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶχε κιόλας πεθάνει. Κάλεσε τὸν ἑκατόνταρχο καὶ τὸν ρώτησε ἂν εἶχε πεθάνει ἀπὸ ὥρα. ῞Οταν πῆρε τὴν ἀπάντηση ἀπὸ τὸν ἑκατόνταρχο, χάρισε τὸ σῶμα στὸν ᾿Ιωσήφ. ᾿Εκεῖνος ἀγόρασε ἕνα σεντόνι, κατέβασε τὸν ᾿Ιησοῦ, τὸν τύλιξε μ’ αὐτὸ καὶ τὸν τοποθέτησε σ’ ἕνα μνῆμα ποὺ ἦταν λαξεμένο σὲ βράχο· μετὰ κύλησε ἕνα λιθάρι κι ἔκλεισε τὴν εἴσοδο τοῦ μνήματος. ῾Η Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ Μαρία ἡ μητέρα τοῦ ᾿Ιωσῆ παρακολουθοῦσαν ποῦ τὸν ἔβαλαν. ῞Οταν πέρασε τὸ Σάββατο, ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ Μαρία ἡ μητέρα τοῦ ᾿Ιακώβου, καὶ ἡ Σαλώμη, ἀγόρασαν ἀρώματα, γιὰ νὰ πᾶνε ν’ ἀλείψουν τὸ σῶμα τοῦ ᾿Ιησοῦ. ῏Ηρθαν στὸ μνῆμα πολὺ πρωὶ τὴν ἑπομένη τοῦ Σαββάτου, μόλις ἀνέτειλε ὁ ἥλιος. Κι ἔλεγαν μεταξύ τους· «Ποιὸς θὰ μᾶς κυλήσει τὴν πέτρα ἀπὸ τὴν εἴσοδο τοῦ μνήματος;» Γιατὶ ἦταν πάρα πολὺ μεγάλη. Μόλις ὅμως κοίταξαν πρὸς τὰ κεῖ, παρατήρησαν ὅτι ἡ πέτρα εἶχε κυλήσει ἀπὸ τὸν τόπο της. Μόλις μπῆκαν στὸ μνῆμα, εἶδαν ἕναν νεαρὸ μὲ λευκὴ στολὴ νὰ κάθεται στὰ δεξιά, καὶ τρόμαξαν. Αὐτὸς ὅμως τοὺς εἶπε· «Μὴν τρομάζετε. Ψάχνετε γιὰ τὸν ᾿Ιησοῦ ἀπὸ τὴ Ναζαρέτ, τὸν σταυρωμένο. ᾿Αναστήθηκε. Δὲν εἶναι ἐδῶ. Νά καὶ τὸ μέρος ὅπου τὸν εἶχαν βάλει. Πηγαίνετε τώρα καὶ πεῖτε στοὺς μαθητές του καὶ στὸν Πέτρο· “πηγαίνει πρὶν ἀπὸ σᾶς στὴν Γαλιλαία καὶ σᾶς περιμένει· ἐκεῖ θὰ τὸν δεῖτε, ὅπως σᾶς τὸ εἶπε”». Οἱ γυναῖκες βγῆκαν κι ἔφυγαν ἀπὸ τὸ μνῆμα γεμάτες τρόμο καὶ δέος· δὲν εἶπαν ὅμως τίποτα σὲ κανέναν, γιατὶ ἦταν φοβισμένες.

Γραπτό Κήρυγμα από τον π. Επιφάνειο Οικονόμου Ιεροκύρικα Ι.Μ. Δημητριάδος

Κυριακή των Μυροφόρων – Μάρκ. 15, 43 – 16, 8 (26/4/2015)
Η αποκατάσταση του Πέτρου

Τη συγκινητική σκηνή της αποκαθηλώσεως του νεκρού Σώματος
του Κυρίου από τον Σταυρό, διασώζει η σημερινή Ευαγγελική
διήγηση, αγαπητοί μου αδελφοί. Ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, μέλος του Ιουδαϊκού Συμβουλίου και ο κρυφός μαθητής του Χριστού Νικόδημος1, παίρνουν την τολμηρή πρωτοβουλία να ζητήσουν από τον Πιλάτο το Σώμα του Ιησού. Αφού λαμβάνουν την σχετική άδεια, πραγματοποιούν την Αποκαθήλωση, αποδίδουν στο νεκρό Σώμα τις προβλεπόμενες από τα ιουδαϊκά έθιμα νεκρικές τιμές και το ενταφιάζουν σε μνημείο, που ήταν λαξευμένο σε βράχο, το οποίο έκλεισαν με βαρύτατο λίθο. Την συγκλονιστική αυτή πράξη παρατηρούσαν, από απόσταση, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία του Ιωσή.
Όταν πέρασε το Σάββατο, οι δύο αυτές πιστές ακόλουθοι του
Κυρίου επισκέφθηκαν το μνήμα, με σκοπό να εισέλθουν σ’ αυτό και να μυρώσουν το Σώμα του Ιησού. Η τολμηρή πρόθεσή τους τις οδήγησε μπροστά σε ένα μεγαλειώδες και ασύλληπτο, για τα ανθρώπινα μέτρα, θέαμα: ο λίθος του μνημείου είχε αποκυλιστεί και μέσα σ’ αυτό Άγγελος Κυρίου, ενδεδυμένος την ουράνια δόξα, ανήγγειλε στις αγίες εκείνες γυναίκες την έγερση του Κυρίου εκ των νεκρών, την θριαμβευτική Του νίκη επί του θανάτου: ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε 2.
 Ο απεσταλμένος του Θεού μετέδωσε το μήνυμα της χαράς. Τώρα δεν υπάρχει χάος, θάνατος, νέκρωση, άδης. Τώρα όλα είναι χαρά! Ο Χριστός αναστήθηκε και μαζί Του αναστήθηκε η ανθρώπινη φύση μας.
Τώρα μπορούμε κι εμείς ν΄ αναστηθούμε και να ζήσουμε αιώνια κοντά Του. 
Είναι ευτυχία η Ανάσταση!
Αλλά, δεν είπε, ούτε εννόησε μόνον αυτά ο Άγγελος. Ανέθεσε
στις Μυροφόρες μία άκρως σημαντική αποστολή: να ενημερώσουν τους τρομαγμένους και καθημαγμένους Μαθητές για την Ανάσταση του Διδασκάλου τους, για να πάρουν δύναμη και ν’ αποκτήσουν ακλόνητη πίστη, έχοντας περάσει μόλις από το καμίνι των θλίψεων και των αμφιβολιών, βλέποντας τον Κύριο να βασανίζεται και να πεθαίνει.
 Ο Άγγελος, όμως, δίδει και μία ακόμη εντολή: να μεταφέρουν το μήνυμα της χαράς, ιδιαιτέρως και προσωπικώς, στον Πέτρο. Η προσωπική αυτή αναφορά στον ευέξαπτο, ζηλωτή και ενθουσιώδη Μαθητή, που λίγες μέρες πριν είχε αρνηθεί τον Χριστό στην πορεία Του προς το Πάθος, δεν ήταν τυχαία. Μπορούμε να φανταστούμε την ψυχική κατάσταση του Πέτρου, τα ερωτηματικά που βασάνιζαν την ψυχή του, σχετικά με την αποδοχή της μετανοίας του ή όχι. Είναι χαρακτηριστικός και λίαν ενδιαφέρων ο τρόπος που προσεγγίζουν οι ερμηνευτές το προσωπικό ενδιαφέρον για τον Πέτρο. Λένε ότι «ονομαστικά προσέθεσε τον Πέτρο, για να γνωρίσει ότι συγχωρήθηκε το σφάλμα της τριπλής του αρνήσεως, λόγω της θερμής του μετάνοιας κι έτσι να αναπνεύσει, γιατί είχε βυθιστεί σε άμετρη λύπη… Είπατε
στον Πέτρο τον τεθλιμμένο, αλλά και μετανοήσαντα για την άρνησή του, διότι κανένα άλλο μήνυμα δεν είναι τόσο ευπρόσδεκτο σ’ εκείνους που μετανοούν πραγματικά, από το μήνυμα της Αναστάσεως του Χριστού, ο Οποίος πέθανε για τις αμαρτίες μας και αναστήθηκε για τη δικαίωσή μας… Είπατε και στον Πέτρο, διότι αν το πείτε μόνο στους Μαθητές, ο ταλαίπωρος αυτός είναι έτοιμος να ξεσπάσει πάλι σε κλαυθμούς και ν’ αναρωτηθεί: περιλαμβάνομαι, άραγε και εγώ στους Μαθητές; Φοβούμαι πως όχι, διότι αρνήθηκα τον Διδάσκαλο…»3.
Η προσωπική αναφορά του Αγγέλου στον Πέτρο γίνεται κατ΄
εντολήν του Χριστού, ο Οποίος, με τον τρόπο αυτό, αποδέχεται την μετάνοιά του και τον αποκαθιστά στο Αποστολικό αξίωμα. «Ο Θεός δεν είναι από εκείνους που εξοντώνουν τον άνθρωπο που αμαρτάνει, αλλά παρατηρεί, με επιμέλεια, την μετάνοια. Θέλει να δει την ένταση της μετανοίας μας, εάν στη ζωή μας προηγείται το θέλημα του Θεού ή όχι.
Ανάλογα με τον βαθμό της μετανοίας μας δίδει και την Χάρη Του…»4.
Τον βαθμό της ειλικρινούς μετανοίας του Πέτρου μέτρησε ο Χριστός και του επεφύλαξε την τιμή να γίνει προσωπικός μάρτυρας του γεγονότος της Αναστάσεως, της οποίας διαπρύσιος κήρυκας έγινε μέχρι το μαρτυρικό τέλος του.
Η αποκατάσταση του Πέτρου, αδελφοί μου, στην αγάπη του
Θεού, λόγω της βαθύτατης μετανοίας του, αποκαλύπτει το μήνυμα της ελπίδος και της αισιοδοξίας που εκπέμπει σε όλους μας το Ευαγγέλιο της Αναστάσεως. Όλοι μας, λίγο ως πολύ, συνειδητά ή ασυνείδητα, βιώνουμε το τραγικό γεγονός της αμαρτίας, που απειλεί την προοπτική της σωτηρίας. Το γεγονός αυτό, όμως, δεν πρέπει και δε μπορεί, από μόνο του, να μας στερήσει την σωτηρία. Αυτό θα επιτευχθεί μόνο αν αυτοπαραδούμε στα θέλγητρα της αμαρτίας, αρνούμενοι να παλέψουμε μαζί της. Αυτή η πάλη δεν είναι άλλη από
τον συνεχή και ασταμάτητο αγώνα της μετανοίας, την ποιότητα και την ειλικρίνεια της οποίας μπορεί να κρίνει μόνον ο Αναστάς Κύριος.
Εφόσον αυτή ομοιάζει προς την μετάνοια του Πέτρου, τότε η
αποκατάσταση της σχέσης μας με τον Θεό θα είναι δεδομένη. Τότε το μήνυμα της Αναστάσεως θα ηχεί στην καρδιά μας ακατάπαυστα.
ΑΜΗΝ!
Αρχιμ. Ε.Ο.

1. Ιωάν. 19,39
2 .Μάρκ. 16,6
3 .Παναγιώτου Τρεμπέλα, «Υπόμνημα εις το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο», σελ. 316
4.Ιωήλ, Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης & Αλμωπίας, «Θυσία Εσπερινή», σελ. 75

21 Απρ 2015

Ιερά Μητρόπολις Δημητριάδος και Αλμυρού - Ειδήσεις - Ο Χριστός είναι η ζωή των ανθρώπων - Ζ΄ Ιερατική Σύναξη της Ι.Μ. Δημητριάδος

Ιερά Μητρόπολις Δημητριάδος και Αλμυρού - Ειδήσεις - Ο Χριστός είναι η ζωή των ανθρώπων - Ζ΄ Ιερατική Σύναξη της Ι.Μ. Δημητριάδος

ΙΕΡΑ ΠΑΝΗΓΥΡΙΣ






ΠΡΟΣΚΛΗΣΙΣ


 Οι Ιερείς και το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο του Ναού μας
 έχουν την χαρά και την τιμή να σας προσκαλέσουν στις 
εόρτιες ακολουθίες που θα τελεσθούν εις μνήμη του 
προστάτου μας Αγίου την 22αν και 23ην Απριλίου 2015.



ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Τετάρτη 22 Απριλίου 2015
Ώρα 7:30 μ.μ.: Πανηγυρικός Εσπερινός μετ’ Αρτοκλασίας χοροστατούτνος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ.κ. Ιγνατίου.

Πέμπτη 23 Απριλίου 2015
Ώρα 7:00—10:30π.μ.: Όρθρος και Πανηγυρική Θεία Λειτουργία προεξάρχοντος του Παν/του αρχιμ. Π. Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου Ιεροκήρυκος της  Ιεράς Μητροπόλεώς μας.

Ώρα 6:30 μ.μ  Μεθέορτος Εσπερινός και Παράκληση εις τον Άγιο Γεώργιο.



18 Απρ 2015

Το Αποστολικό Ανάγνωσμα  Πράξεις Αποστόλων (ε΄12-20)

Κείμενο:
Εν ταῖς ἡμέραις ἐκεῖναις, διὰ τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλά· καὶ ἦσαν ὁμοθυμαδὸν ἅπαντες ἐν τῇ στοᾷ Σολομῶντος· τῶν δὲ λοιπῶν οὐδεὶς ἐτόλμα κολλᾶσθαι αὐτοῖς, ἀλλ᾿ ἐμεγάλυνεν αὐτοὺς ὁ λαός· μᾶλλον δὲ προσετίθεντο πιστεύοντες τῷ Κυρίῳ πλήθη ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν, ὥστε κατὰ τὰς πλατείας ἐκφέρειν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τιθέναι ἐπὶ κλινῶν καὶ κραβάττων, ἵνα ἐρχομένου Πέτρου κἂν ἡ σκιὰ ἐπισκιάσῃ τινὶ αὐτῶν. Συνήρχετο δὲ καὶ τὸ πλῆθος τῶν πέριξ πόλεων εἰς Ἱερουσαλὴμ φέροντες ἀσθενεῖς καὶ ὀχλουμένους ὑπὸ πνευμάτων ἀκαθάρτων, οἵτινες ἐθεραπεύοντο ἅπαντες.
Ἀναστὰς δὲ ὁ ἀρχιερεὺς καὶ πάντες οἱ σὺν αὐτῷ, ἡ οὖσα αἵρεσις τῶν Σαδδουκαίων, ἐπλήσθησαν ζήλου καὶ ἐπέβαλον τὰς χεῖρας αὐτῶν ἐπὶ τοὺς ἀποστόλους, καὶ ἔθεντο αὐτοὺς ἐν τηρήσει δημοσίᾳ. Ἄγγελος δὲ Κυρίου διὰ τῆς νυκτὸς ἤνοιξε τὰς θύρας τῆς φυλακῆς, ἐξαγαγών τε αὐτοὺς εἶπε· πορεύεσθε, καὶ σταθέντες λαλεῖτε ἐν τῷ ἱερῷ τῷ λαῷ πάντα τὰ ρήματα τῆς ζωῆς ταύτης.


Απόδοση:


Τις ἡμέρες ἐκείνες, μὲ τὰ χέρια τῶν ἀποστόλων ἐγίνοντο πολλὰ θαύματα καὶ τέρατα μεταξὺ τοῦ λαοῦ· καὶ ἐσυνείθιζαν νὰ συγκεντρώνωνται ὅλοι μὲ μιὰ ψυχὴ εἰς τὴν στοὰν τοῦ Σολομῶντος. Ἀπὸ τοὺς ἄλλους κανεὶς δὲν ἐτολμοῦσε νὰ προσκολληθῇ εἰς αὐτούς, ὁ λαὂς ὅμως τοὺς ἔτρεφε μεγάλην ὑπόληψιν· ἀκόμη δὲ περισσότερον, προσετίθοντο πλήθη ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν ποὺ ἐπίστευαν εἰς τὸν Κύριον. Ἀκόμη καὶ τοὺς ἀσθενεῖς ἔφερναν στὶς πλατεῖες καὶ τοὺς ἔβαζαν σὲ κρεββάτια καὶ φορεῖα ὥστε, ὅταν θὰ περνοῦσε ὁ Πέτρος, νὰ πέσῃ ἔστω καὶ ἡ σκιά του σὲ κάποιον ἀπὸ αὐτούς. Μαζευότανε καὶ ὁ κόσμος ἀπὸ τὰς πέριξ πόλεις εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἔφερναν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ ὅσους ἐβασανίζοντο ἀπὸ πνεύματα ἀκάθαρτα, καὶ ὅλοι ἐθεραπεύοντο.
Τότε ἐσηκώθηκε ὁ ἀρχιερεὺς καὶ ὅλοι ὅσοι ἦσαν μαζί του, δηλαδὴ τὸ κόμμα τῶν Σαδδουκαίων, καὶ γεμάτοι ἀπὸ φθόνον ἔβαλαν τὰ χέρια τους ἐπάνω εἰς τοὺς ἀποστόλους καὶ τοὺς ἐφυλάκισαν δημοσίᾳ. Ἀλλὰ ἄγγελος Κυρίου ἄνοιξε τὴν νύχτα τὶς πόρτες τῆς φυλακῆς, τοὺς ἔβγαλε ἔξω καὶ εἶπε, «Πηγαίνετε, σταθῆτε εἰς τὸν ναὸν καὶ μιλῆστε εἰς τὸν λαὸν διὰ τὴν νέαν αὐτὴν ζωήν».



Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα Κατά Ιωάννην (κ΄ 19-31)

Κείμενο:
Οὔσης οὖν ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθενὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμῖν.
Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. Ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον. Εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν· εἰρήνη ὑμῖν. Καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται.
Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ' αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς. Ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω.
Καὶ μεθ' ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ' αὐτῶν. Ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· εἰρήνη ὑμῖν. Εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός. Καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. Λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες.
Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ· ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.

Απόδοση:


Κατὰ τὴν ἑσπέραν τῆς ἡμέρας ἐκείνης, τῆς πρώτης τῆς ἑβδομάδος, καὶ ἐνῷ οἱ πόρτες ἦσαν κλειστές, ἐκεῖ ὅπου ἦσαν συγκεντρωμένοι οἱ μαθηταί, διότι ἐφοβοῦντο τοὺς Ἰουδαίους, ἦλθε ὁ Ἰησοῦς καὶ στάθηκε εἰς τὸ μέσον καὶ τοὺς λέγει, «Εἰρήνη νὰ εἶναι μαζί σας».
Ὅταν εἶπε αὐτό, τοὺς ἔδειξε τὰ χέρια του καὶ τὴν πλευράν του. Οἱ μαθηταὶ ἐχάρησαν διότι εἶδαν τὸν Κύριον. Ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε καὶ πάλιν, «Εἰρήνη νὰ εἶναι μαζί σας. Καθὼς ἔστειλε ἐμὲ ὁ Πατέρας καὶ ἐγὼ στέλνω ἐσᾶς». Ὅταν εἶπε αὐτό, ἐφύσησε εἰς τὸ πρόσωπον καὶ τοὺς λέγει, «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἐὰν συγχωρέσετε τὶς ἁμαρτίες κανενὸς τοῦ εἶναι συγχωρημένες· ἂν κανενὸς δὲν τὶς συγχωρήσετε, θὰ μείνουν ἀσυγχώρητες».
Ὁ Θωμᾶς, ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα, ὁ ὀνομαζόμενος Δίδυμος, δὲν ἦτο μαζί τους ὅταν ἦλθε ὁ Ἰησοῦς. Τοῦ εἶπαν λοιπὸν οἱ ἄλλοι μαθηταί, «Εἴδαμε τὸν Κύριον». Αὐτὸς δὲ τοὺς εἶπε, «Ἐὰν δὲν ἰδῶ εἰς τὰ χέρια του τὸ σημάδι ἀπὸ τὰ καρφιὰ καὶ δὲν βάλω τὸ δάκτυλό μου εἰς τὸ σημάδι ἀπὸ τὰ καρφιὰ καὶ δὲν βάλω τὸ χέρι μου εἰς τὴν πλευράν του, δὲν θὰ πιστέψω».Ὕστερα ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρες ἦσαν πάλιν μέσα εἰς τὸ σπίτι οἱ μαθηταί του καὶ ὁ Θωμᾶς μαζί τους. Ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς, ἐνῷ οἱ πόρτες ἦσαν κλειστές, ἐστάθηκε εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπε, «Εἰρήνη νὰ εἶναι μαζί σας». Ἐπειτα λέγει εἰς τὸν Θωμᾶν, «Φέρε τὸ δάκτυλό σου ἐδῶ καὶ κύτταξε τὰ χέρια μου καὶ φέρε τὸ χέρι σου καὶ βάλε το εἰς τὴν πλευράν μου καὶ μὴ γίνεσαι ἄπιστος ἀλλὰ πιστός». Ὁ Θωμᾶς τοῦ ἀπεκρίθη, «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου». Ὁ Ἰησοῦς τοῦ λέγει, «Ἐπειδὴ μὲ εἶδες, ἐπίστεψες. Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν μὲ εἶδαν καὶ ὅμως ἐπίστεψαν».Καὶ ἄλλα πολλὰ θαὐματα ἔκανε ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν του, τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι γραμμένα εἰς τὸ βιβλίον τοῦτο. Αλλ’ αὐτὰ ἔχουν γραφῆ γιὰ νὰ πιστέψετε ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ πιστεύοντες νὰ ἔχετε ζωὴν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ.