2 Μαρ 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ 3 ΜΑΡΤΙΟΥ 2013

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ


 Ά Κορ. 6, 12 – 20 (3-3-2013)



Πρωτότυπο Κείμενο
Αδελφοί, πάντα μοι έξεστιν, αλλ' ου πάντα συμφέρει· πάντα μοι έξεστιν, αλλ’ ουκ εγώ εξουσιασθήσομαι υπό τινος. Τα βρώματα τη κοιλία, και η κοιλία τοις βρώμασιν· ο δε Θεός και ταύτην και ταύτα καταργήσει. Το δε σώμα ου τη πορνεία, αλλά τω Κυρίω, και ο Κύριος τω σώματι ο δε Θεός και τον Κύριον ήγειρε και ημάς εξεγερεί διά της δυνάμεως αυτού. Ουκ οίδατε ότι τα σώματα υμών μέλη Χριστού εστιν; Άρας ουν τα μέλη του Χριστού ποιήσω πόρνης μέλη; Μη γένοιτο. Η ουκ οίδατε ότι ο κολλώμενος τη πόρνῃ εν σώμα εστιν; «Έσονται» γαρ, φησίν, «οι δύο εις σάρκα μιαν»· ο δε κολλώμενος τω Κυρίῳ εν πνεύμα εστι. Φεύγετε την πορνείαν. Παν αμάρτημα ο εάν ποιήση άνθρωπος εκτός του σώματος εστιν, ο δε πορνεύων εις το ίδιον σώμα αμαρτάνει. Η ουκ οίδατε ότι το σώμα υμών ναός του εν υμίν Αγίου Πνεύματος εστιν, ου έχετε από Θεού, και ουκ εστέ εαυτών; Ηγοράσθητε γαρ τιμής· δοξάσατε δη τον Θεόν εν τω σώματι υμών και εν τω πνεύματι υμών άτινα εστι του Θεού.
Νεοελληνική Απόδοση
Αδελφοί, μερικοί μεταξύ σας λένε: «όλα μου επιτρέπονται». Σωστά, όλα όμως δεν είναι προς το συμφέρον. Όλα μου επιτρέπονται, εγώ όμως δεν θα αφήσω τίποτε να με κυριέψει. Λένε επίσης: «Οι τροφές προορίζονται για την κοιλιά και η κοιλιά είναι καμωμένη για τις τροφές» ο Θεός όμως θα τα αχρηστέψει και το ένα και το άλλο. Το σώμα δεν έγινε για να πορνεύουμε, αλλά για να δοξάζουμε τον Κύριο, και ο Κύριος θα δοξάσει το σώμα. Και ο Θεός που ανέστησε τον Κύριο, με τη δύναμή του θα αναστήσει και εμάς. Δεν ξέρετε ότι τα σώματά σας είναι μέλη του σώματος του Χριστού; Μπορώ, λοιπόν, να πάρω κάτι που είναι μέλος του σώματος του Χριστού και να το κάνω μέλος του σώματος μιας πόρνης; Ποτέ τέτοιο πράγμα! Ή μήπως δεν ξέρετε ότι αυτός που ενώνεται με μια πόρνη γίνεται ένα σώμα μαζί της; Γιατί , καθώς λέει η Γραφή, οι δύο θα γίνουν ένα σώμα. Όποιος όμως ενώνεται με τον Κύριο, γίνεται ένα πνεύμα μαζί του. Μακριά λοιπόν από την πορνεία! Κάθε άλλο αμάρτημα που μπορεί να διαπράξει κανείς βρίσκεται έξω από το σώμα του αυτός όμως που πορνεύει βεβηλώνει το ίδιο του το σώμα. Ή μήπως δεν ξέρετε ότι το σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος που σας το χάρισε ο Θεός και βρίσκεται μέσα σας; Δεν ανήκετε στον εαυτό σας, σας αγόρασε ο Θεός πληρώνοντας το τίμημα. Τον Θεό λοιπόν να δοξάζετε με το σώμα σας και με το πνεύμα σας, που ανήκουν σ’ εκείνον.

<><><><><><><><><><><><><><><><><><><>

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ  ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Λουκά 15, 11-32 (3-3-2013)


Πρωτότυπο κείμενο
11 Είπε δέ˙ άνθρωπός τις είχε δύο υιούς. 12 και είπεν ο νεώτερος αυτών τω πατρί˙ πάτερ, δος μοι το επιβάλλον μέρος της ουσίας˙ και διείλεν αυτοίς τον βίον. 13  και μετ’ ού πολλάς ημέρας συναγαγών άπαντα ο νεώτερος υιός απεδήμησεν εις χώραν μακράν, και εκεί διεσκόρπισε την ουσίαν αυτού ζων ασώτως. 14 δαπανήσαντος δε αυτού πάντα εγένετο λιμός ισχυρός κατά την χώραν εκείνην, και αυτός ήρξατο υστερείσθαι. 15 και πορευθείς εκολλήθη ενί των πολιτών της χώρας εκείνης, και έπεμψεν αυτόν εις τους αγρούς αυτού βόσκειν χοίρους. 16 και επεθύμει γεμίσαι την κοιλιάν αυτού από των κερατίων ών ήσθιον οι χοίροι, και ουδείς εδίδου αυτώ. 17 εις εαυτόν δε ελθών είπε˙ πόσοι μίσθιοι του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων, εγώ δε λιμώ απόλλυμαι! 18 αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου και ερώ αυτώ˙ πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου˙ 19 ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου. 20 και αναστάς ήλθε προς τον πατέρα αυτού. έτι δε αυτού μακράν απέχοντος είδεν αυτόν ο πατήρ αυτού και εσπλαχνίσθη, και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν. 21  είπε δε αυτώ ο υιός˙ ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, και ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου. 22 είπε δε ο πατήρ προς τους δούλους αυτού˙ εξενέγκατε την στολήν την πρώτην και ενδύσατε αυτόν, και δότε δακτύλιον εις την χείρα αυτού και υποδήματα εις τους πόδας, 23 και ενέγκαντες τον μόσχον τον σιτευτόν θύσατε, και φαγόντες ευφρανθώμεν, 24 ότι ούτος ο υιός μου νεκρός ήν και ανέζησε, και απολωλώς ήν και ευρέθη. Και ήρξαντο ευφραίνεσθαι. 25 Ήν δε ο υιός αυτού ο πρεσβύτερος εν αγρώ˙ και ως ερχόμενος ήγγισε τη οικία, ήκουσε συμφωνίας και χορών, 26 και προσκαλεσάμενος ένα των παίδων επυνθάνετο τι είη ταύτα. 27 ο δε είπεν αυτώ ότι ο αδελφός σου ήκει και έθυσεν ο πατήρ σου τον μόσχον τον σιτευτόν, ότι υγιαίνοντα αυτόν απέλαβεν. 28 ωργίσθη δε και ουκ ήθελεν εισελθείν. ο ούν πατήρ αυτού εξελθών παρεκάλει αυτόν. 29 ο δε αποκριθείς είπε τω πατρί˙  ιδού τοσαύτα έτη δουλεύω σοι και ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον, και εμοί ουδέποτε έδωκαν έριφον ίνα μετά των φίλων μου ευφρανθώ˙ 30 ότε δε ο υιός σου ούτος, ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών, ήλθε, έθυσας αυτώ τον μόσχον τον σιτευτόν. 31 ο δε είπεν αυτώ˙ τέκνον, συ πάντοτε μετ’ εμού εί, και πάντα τα εμέ σα εστίν˙ 32 ευφρανθήναι δε και χαρήναι έδει, ότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ήν και ανέζησε, και απολωλώς ήν και ευρέθη.
Νεοελληνική Απόδοση
Τους είπε επίσης ο Ιησούς: «Κάποιος άνθρωπος είχε δύο γιούς, ο μικρότερος απ’ αυτούς είπε στον πατέρα του: «Πατέρα δώσε μου το μερίδιο της περιουσίας που μου αναλογεί»˙ και εκείνος τους μοίρασε την περιουσία. Ύστερα από λίγες μέρες ο μικρότερος γιός τα μάζεψε όλα και έφυγε σε χώρα μακρινή. Εκεί σκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή. Όταν τα ξόδεψε όλα, έτυχε να πέσει μεγάλη πείνα στη χώρα εκείνη, κι άρχισε και αυτός να στερείται. Πήγε και έγινε εργάτης σε ένα από τους πολίτες εκείνης της χώρας, ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια του να βόσκει χοίρους.Έφτασε στο σημείο να θέλει να χορτάσει με τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, και κανένας δεν του ‘δινε. Τελικά συνήλθε και είπε: «πόσοι εργάτες του πατέρα μου έχουν περίσσιο ψωμί, κι εγώ εδώ πεθαίνω της πείνας! Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω: πατέρα, αμάρτησα στον Θεό και σ’ εσένα˙ δεν είμαι άξιος πια να λέγομαι γιός σου, κάνε με σαν ένα από τος εργάτες σου». Σηκώθηκε, λοιπόν, και ξεκίνησε να πάει στον πατέρα του. Ενώ ήταν ακόμη μακριά, τον είδε ο πατέρας του, τον σπλαχνίστηκε, έτρεξε, τον αγκάλιασε σφιχτά και τον καταφιλούσε. Τότε ο γιός του του είπε: «πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σ’ εσένα και δεν αξίζω να λέγομαι παιδί σου». Ο πατέρας όμως γύρισε στους δούλους του και τους είπε: «βγάλτε γρήγορα την καλύτερη στολή και ντύστε τον˙ φορέστε του δακτυλίδι στο χέρι και δώστε του υποδήματα. Φέρτε το σιτευτό μοσχάρι και σφάξτε το να φάμε και να ευφρανθούμε, γιατί αυτός ο γιός μου ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε»: Έτσι άρχισαν να ευφραίνονται. Ο μεγαλύτερος γιός του βρισκόταν στο χωράφι. Καθώς, λοιπόν, ερχόταν και πλησίαζε στο σπίτι, άκουσε μουσικές και χορούς. Φώναξε έναν από τους υπηρέτες και ρώτησε να μάθει τι συμβαίνει. Εκείνος του είπε: «γύρισε ο αδελφός σου, κι ο πατέρας σου έσφαξε το σιτευτό μοσχάρι, γιατί του ήρθε πίσω γερός». Αυτός τότε θύμωσε και δεν ήθελε να μπει μέσα. Βγήκε ο πατέρας του και τον παρακαλούσε, εκείνος όμως αποκρίθηκε στον πατέρα του: «εγώ τόσα χρόνια σου δουλεύω και ποτέ δεν παρήκουσα διαταγή σου, κι όμως σ’ εμένα δεν έδωσες ποτέ ένα κατσίκι για να ευφραμθώ με τους φίλους μου. Όταν όμως ήρθε αυτός ο γιός σου, που κατασπατάλησε την περιουσία σου με τις πόρνες, έσφαξες για χάρη του το σιτευτό μοσχάρι». Κι ο πατέρας του του είπε: «παιδί μου, εσύ είσαι πάντοτε μαζί μου και όλα τα δικά μου είναι και δικά σου. Έπρεπε όμως να ευφρανθούμε και να χαρούμε, γιατί ο αδελφός σου αυτός ήταν νεκρός κι αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε».

<><><><><><><><><><><><><><><><><><><>

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
                                                                                           Του Διακόνου Ανδρέα Παπαμιχαήλ, θεολόγου
Βρισκόμαστε ήδη στη δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου. Την προηγούμενη Κυριακή διδαχτήκαμε την μέγιστη αξία της ταπεινοφροσύνης με την παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου. Σήμερα, με την παραβολή του Ασώτου Υιού ή αλλιώς του Σπλαχνικού Πατέρα διδασκόμαστε τη βαρύνουσα σημασία της μετάνοιας και τη χωρίς όρια ευσπλαχνία του Θεού.
 Τρία είναι τα κύρια πρόσωπα της παραβολής: ο φιλεύσπλαχνος πατέρας, ο νεώτερος και ο πρεσβύτερος υιός. Ο μικρός γιός πιστεύει πως θα αποκτήσει την πλήρη ελευθερία του όταν εγκαταλείψει το πατρικό σπίτι. Ζητά έτσι το μερίδιο της περιουσίας που του αναλογεί και εγκαθίσταται σε χώρα μακρινή, όπου και αναζητεί το κρασί της ευτυχίας. Εκεί διασκορπίζει την πατρική περιουσία φτάνοντας στον έσχατο ξεπεσμό, σε μια χωρίς όρια άσωτη ζωή. Έρχεται στη συνέχεια μεγάλη πείνα, αρχίζει να στερείται. Γίνεται χοιροβοσκός και επιθυμεί να χορτάσει με τα χαρούπια που τρώνε οι χοίροι. Τελικά συνέρχεται, συναισθάνεται την άθλιά του κατάσταση και παίρνει την απόφαση της επιστροφής στο πατρικό σπίτι. Ο πατέρας, που όλα τα χρόνια της αποδημίας τον περίμενε με αγωνία, μόλις τον βλέπει από μακριά τρέχει και τον χώνει στην αγκαλιά του. Τον αποκαθιστά και διοργανώνει φαγοπότι για τη χαρά της επιστροφής του γιού του.
 Ο Πατέρας της παραβολής είναι ο ίδιος ο Θεός και τα δύο παιδιά του είναι οι δίκαιοι και οι αμαρτωλοί. Ο Θεός λοιπόν δίνει τα αγαθά Του, «το επιβάλλον μέρος της ουσίας», εξ ίσου στους ανθρώπους, «βρέχοντας επί δικαίους και αδίκους» (πρβλ. Ματθ. 5, 45). Τέτοια αγαθά είναι π.χ. το αυτεξούσιο, η φρόνηση, ο φυσικός νόμος της συνειδήσεως, ο γραπτός νόμος των εντολών του Θεού, ακόμα και οι φυσικές δυνάμεις του σώματος.
 Ο νεώτερος όμως γιός, μακριά από το Θεό και την Εκκλησία Του, διασκορπίζει όλα αυτά τα χαρίσματα, προτιμώντας την αμαρτία. Στη συνέχεια, βιώνει έντονα την εγκατάλειψη της θείας χάριτος. Τότε ο Άσωτος, στην έσχατη κατάπτωσή του, θυμάται τη θαλπωρή του πατρικού του σπιτιού. Σκέφτεται ότι ακόμα και οι έμμισθοι υπάλληλοι του πατέρα του «περισσεύουσιν άρτων», ζουν δηλαδή ευτυχισμένοι, πλούσιοι από τα χαρίσματα και τη χάρη του Θεού. Τότε ευτυχώς δεν κατρακυλά στο βάραθρο της απόγνωσης, αλλά μετανοεί αληθινά για τις πράξεις του και παίρνει αμέσως την απόφαση της επιστροφής στο Θεό Πατέρα.
 Ο Θεός, επειδή είναι πέρα για πέρα εύσπλαχνος και φιλάνθρωπος, συγχωρά αμέσως το μετανοούντα γιό Του, δίνοντάς του πλήρη άφεση αμαρτιών. Διατάζει τους δούλους Του και φορούν στον πρώην Άσωτο τη στολή του υιού, που συμβολίζει τη στολή της καθαρότητας και της αγιοσύνης. 
Τί γίνεται όμως με το μεγάλο γιό, που καθώς επιστρέφει από τα χωράφια ακούει μουσικές και χορούς στο πατρικό σπίτι; Αφού ρωτά και μαθαίνει τα καθέκαστα, οργίζεται με την επιείκεια του Πατέρα και αρνείται να λάβει μέρος στο συμπόσιο. Ο Πατέρας τον παρακαλεί να συμμετάσχει στην χαρά τους, αλλά αυτός διαμαρτύρεται πως αν και πάντα εφάρμοζε το πατρικό θέλημα, ούτε καν ένα κατσίκι δεν του δόθηκε για να χαρεί με τους φίλους του.
 Ο πρεσβύτερος υιός παραβάλλεται κατά κύριο λόγο με τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, οι οποίοι θεωρούνταν από τους ανθρώπους δίκαιοι. Αυτοί όμως ήταν υποκριτές και στερημένοι ακόμα και από τις πιο μικρές δωρεές του Θεού, που συμβολίζονται με το κατσίκι. Έτσι ο Θεάνθρωπος τους καλεί να συμμετάσχουν κι αυτοί στη Θεία Χάρη και στη χαρά της πνευματικής ανάστασης των αδελφών τους, αφήνοντας κατά μέρος τη σκληροκαρδία και τυπολατρία τους.
 Η παραβολή του Ασώτου αποτελεί ένα ύμνο στη δύναμη της μετάνοιας και στο μεγαλείο της θείας αγάπης και μακροθυμίας. Ο Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ, στον «Περί Μετανοίας» λόγο του, αναφέρει: «Η μετάνοια είναι ανεκτίμητον δώρον προς την ανθρωπότητα. Η μετάνοια είναι το Θείον θαύμα διά την αποκατάστασιν ημών μετά την πτώσιν. Η μετάνοια είναι έκχυσις θείας εμπνεύσεως εφ’ ημάς δυνάμει της οποίας ανυψούμεθα προς τον Θεόν, τον Πατέρα ημών, ίνα ζήσωμεν αιωνίως εν τω φωτί της αγάπης Αυτού. Διά της μετανοίας συντελείται η θέωσις ημών. Τούτο είναι γεγονός ασύλληπτου μεγαλείου…».
 Όντως! Αν δεν υπήρχε η μετάνοια, τότε όλοι θα ήμασταν καταδικασμένοι! Ποιος μπορεί να πει ότι δεν αποδημεί σε «χώραν μακράν», λίγο ή πολύ, συχνά ή πιο σπάνια; Aς μιμούμαστε λοιπόν το παράδειγμα της μετάνοιας και της επιστροφής του Άσωτου υιού κι ας φωνάζουμε προς το Θεό μαζί του: «Πάτερ Αγαθέ, εμακρύνθην από σου, μη εγκαταλίπεις με, μηδέ αχρείον δείξης της Βασιλείας Σου. …» (Δοξαστικό Αίνων Κυριακής του Ασώτου). Κι ας έχουμε πάντα κατά νου πως ο Θεός μας περιμένει με ανοικτές τις αγκάλες στο μυστήριο της Ιεράς Εξομολόγησης, ώστε να ενδυθούμε ξανά «την στολήν την πρώτην» και μέσα στην Εκκλησία Του να μετέχουμε αφθόνως των θείων δωρεών και κυρίως του Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας. Αμήν.




23 Φεβ 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ 24 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2013

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Β´ Τιμ. γ´ 10-15) 

Κείμενο

Τέκνον Τιμόθεε, παρηκολούθηκάς μου τῇ διδασκαλίᾳ, τῇ ἀγωγῇ, τῇ προθέσει, τῇ πίστει, τῇ μακροθυμίᾳ, τῇ ἀγάπῃ, τῇ ὑπομονῇ, τοῖς διωγμοῖς, τοῖς παθήμασιν, οἷά μοι ἐγένοντο ἐν ᾿Αντιοχείᾳ, ἐν ᾿Ικονίῳ, ἐν Λύστροις. Οἵους διωγμοὺς ὑπήνεγκα! καὶ ἐκ πάντων με ἐρρύσατο ὁ Κύριος. Καὶ πάντες δὲ οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ διωχθήσονται· πονηροὶ δὲ ἄνθρωποι καὶ γόητες προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον, πλανῶντες καὶ πλανώμενοι. Σὺ δὲ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καὶ ἐπιστώθης, εἰδὼς παρὰ τίνος 
ἔμαθες, καὶ ὅτι ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα οἶδας, τὰ δυνάμενά σε σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ.
 
 
 
Απόδοση σε απλή γλώσσα

Τέκνον Τιμόθεε, ἐσὺ συμπορεύτηκες μαζί μου στὴ διδασκαλία, στὸν τρόπο ζωῆς, στοὺς σκοπούς, στὴν πίστη, στὴ μακροθυμία, στὴν ἀγάπη, στὴν ὑπομονή, στοὺς διωγμούς, στὰ παθήματα σὰν αὐτὰ ποὺ ὑπέμεινα στὴν ᾿Αντιόχεια, στὸ ᾿Ικόνιο, στὰ Λύστρα. Τί διωγμοὺς ὑπέφερα! Κι ἀπ’ ὅλα μὲ γλίτωσε ὁ Κύριος. Κι ὄχι μόνο ἐγώ, ἀλλὰ καὶ ὅλοι ὅσοι θέλουν νὰ ζήσουν μὲ εὐσέβεια, σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, θὰ ἀντιμετωπίσουν διωγμούς. Μόνο οἱ πονηροὶ ἄνθρωποι καὶ οἱ ἀπατεῶνες θὰ προκόβουν στὸ χειρότερο· θὰ ἐξαπατοῦν τοὺς ἄλλους καὶ οἱ ἄλλοι θὰ τοὺς ἐξαπατοῦν. ᾿Εσὺ ὅμως νὰ μένεις σ’ αὐτὰ ποὺ ἔμαθες καὶ ποὺ γιὰ τὴν ἀξιοπιστία τους ἔχεις τεκμήρια. Ξέρεις ἀπὸ ποιὸν τὰ ἔμαθες· καὶ μὴ λησμονεῖς ὅτι ἀπὸ τὴ βρεφική σου ἡλικία γνωρίζεις τὴ Γραφή, ποὺ μπορεῖ νὰ σὲ κάνει σοφὸ ὁδηγώντας σε στὴ σωτηρία διὰ τῆς πίστεως στὸν ᾿Ιησοῦ Χριστό.


ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Λουκ. ιη´ 10-14) 

Κείμενο

Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ῾Ο Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Καὶ ὁ τελώνης 
μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ.

Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.

Απόδοση σε απλή γλώσσα

Εἶπε ὁ Κύριος τήν παραβολή· Δύο ἄνθρωποι ἀνέβηκαν στὸν ναὸ γιὰ νὰ προσευχηθοῦν, ὁ ἕνας ἦταν Φαρισαῖος κι ὁ ἄλλος τελώνης. ῾Ο Φαρισαῖος στάθηκε ἐπιδεικτικὰ κι ἔκανε τὴν ἑξῆς προσευχὴ σχετικὰ μὲ τὸν ἑαυτό του· “Θεέ μου, σ’ εὐχαριστῶ ποὺ ἐγὼ δὲν εἶμαι σὰν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους ἅρπαγας, ἄδικος, μοιχός, ἢ καὶ σὰν αὐτὸν ἐδῶ τὸν τελώνη. ᾿Εγὼ νηστεύω δύο φορὲς τὴν ἑβδομάδα καὶ δίνω στὸν ναὸ τὸ δέκατο ἀπ’ ὅλα τὰ εἰσοδήματά μου”. ῾Ο τελώνης, ἀντίθετα, στεκόταν πολὺ πίσω καὶ δὲν τολμοῦσε οὔτε τὰ μάτια του νὰ σηκώσει στὸν οὐρανό. Χτυποῦσε τὸ στῆθος του καὶ ἔλεγε· “Θεέ μου, σπλαχνίσου με τὸν ἁμαρτωλό”.

Σᾶς βεβαιώνω πὼς αὐτὸς ἔφυγε γιὰ τὸ σπίτι του ἀθῶος καὶ συμφιλιωμένος μὲ τὸν Θεό, ἐνῶ ὁ ἄλλος ὄχι· γιατὶ ὅποιος ὑψώνει τὸν ἑαυτό του θὰ ταπεινωθεῖ, κι ὅποιος τὸν ταπεινώνει θὰ ὑψωθεῖ».


Σκέψεις στο Ευαγγέλιο της Κυριακής
(από την Ι.Μ. Σερβίων και Κοζάνης)
Μὲ τὴν σημερινὴ Κυριακή, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,  ἐγκαινιάζεται γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας ἡ λεγομένη περίοδος τοῦ Τριωδίου ἢ ἀλλιῶς μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἀπὸ σήμερα ἀρχίζουν οἱ κινητὲς γιορτὲς  πρὶν ἀπὸ τό Πάσχα. Ἡ περίοδος αὐτή, ἡ ὁποῖα κλείνει μὲ τὴν ἔνδοξη Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας, δημιουργεῖ μὲ ὅσα ψάλλονται καὶ τελοῦνται στοὺς ἱεροὺς Ναούς μεγάλες καὶ ἱερὲς συγκινήσεις καλώντας συγχρόνως τοὺς πιστοὺς σὲ  πνευματικὸ ἀγῶνα. Ἔτσι μὲ τὴν παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ  Φαρισαίου ποὺ ἀκούσαμε διδασκόμαστε γιὰ τό κακὸ ποὺ προκαλεῖ  στὸν ἄνθρωπο ἡ ὑπερηφάνεια καὶ παράλληλα γιὰ τὴν ὠφέλεια τῆς πραγματικῆς προσευχῆς καὶ τῆς ταπείνωσης.
        Οἱ δύο ἄνθρωποι ποὺ ἀνέβηκαν στὸ ἱερὸ γιὰ νὰ προσευχηθοῦν, σύμφωνα μὲ τήν εὐαγγελικὴ ἀφήγηση, ξεκίνησαν ὁ καθένας ἀπὸ μιὰ διαφορετικὴ αἰτία. Καὶ αὐτὸ γίνεται ἀντιληπτὸ ἀπὸ τὴν πρώτη κιόλας στιγμή. Ὁ μὲν Φαρισαῖος πῆγε  στὸ Ναό, διότι ἦταν δημόσιος τόπος λατρείας, πιὸ δημόσιος ἀπὸ τὶς γωνιὲς καὶ τοὺς δρόμους τῆς πόλης. Ἐκεῖ θὰ τὸν ἔβλεπαν περισσότεροι ἄνθρωποι, θὰ ἐπικροτοῦσαν τὴν εὐλάβεια του καὶ  ἔτσι  θὰ ἱκανοποιοῦνταν ὁ ἐγωισμὸς του. Ὁ δὲ Τελώνης πῆγε στὸ Ἱερὸ, ὄχι μόνο διότι ἦταν τόπος καθορισμένος γιὰ κοινὴ λατρεία, σὰν οἶκος προσευχῆς, ἀλλά καὶ γιὰ ἕνα ἀκόμη σοβαρὸ λόγο: ἤθελε νὰ βρῆ παρηγοριὰ καὶ ἀνακούφιση στὴ συνείδησή του, ἡ ὁποῖα τὸν βασάνιζε ἀκριβῶς ἐπειδὴ αἰσθανόταν ὅτι ἦταν ἁμαρτωλός.
Ἡ προσευχὴ τὴν ὁποῖα κάνουν καὶ οἱ δύο πρὸς τὸν Θεὸ, εἶναι ἡ νοερὰ, ἡ ἀτομικὴ προσευχή. Ὅμως αὐτὸ ποὺ κάνει ὁ Φαρισαῖος δὲν εἶναι κἂν προσευχή, ἀλλὰ εἶναι ἐπίδειξη τῶν προσόντων ποὺ πίστευε ὅτι εἶχε: «οὐκ εἰμι ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων». Δηλαδὴ, οὔτε λίγο οὔτε πολὺ, ἦταν σὰν νὰ ἀνάγκαζε τὸν Θεὸ νὰ τὸν ἀνταμείψει γιὰ τὶς ἀρετές του.  «Νηστεύω δύο φόρες τήν ἑβδομάδα καὶ δίνω στὸ Ναὸ τό δέκατο ἀπὸ τά εἰσοδήματα μου». Ὁ Τελώνης ἀντίθετα, συντετριμμένος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, φωνάζει μέσα ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του: «Θεέ μου, συγχώρεσε με τόν ἁμαρτωλό».
Ἡ στάση τοῦ Φαρισαίου εἶναι προκλητικὴ, κάτι ποὺ συμβαίνει μὲ ὅλους ἐκείνους τούς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ἔχουν πωρωμένη τήν συνείδησή τους. Στέκονται καὶ αὐτοί ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὑπερήφανοι σὰν νὰ εἶναι ἀναμάρτητοι. Ἀντὶ δηλαδὴ νὰ ζητήσουν τό ἔλεος Του, γιὰ νὰ τοὺς ἐνισχύσει στὸν ἀγῶνα ἐναντίον τοῦ κακοῦ,  ἀντὶ νὰ Τὸν εὐχαριστήσουν γιὰ τὶς δωρεὲς καὶ τὶς χαρὲς ποὺ τοὺς παρέχει, δικαιώνουν τὸν ἑαυτό τους γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους: «Δὲν σκότωσα…» λένε οἱ περισσότεροι.  Πράγματι, ἴσως νὰ μὴν ἀφαίρεσαν τὴ ζωὴ κάποιου συνανθρώπου τους, ὅμως φόνος εἶναι καὶ ἡ συκοφαντία καὶ ὅ,τι δήποτε ἄλλο μπορεῖ νὰ βλάψει τήν προσωπικότητα καὶ τό ἦθος τοῦ ἀδελφοῦ  τους. Ἡ ἀφαίρεση τῆς ζωῆς καὶ ἡ δηλητηρίαση τῶν συνειδήσεων, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τήν συκοφαντία, εἶναι ἐξ ἴσου μεγάλες ἁμαρτίες, ἐπειδὴ καὶ τὰ δύο εἶναι ἔργα τοῦ διαβόλου.
Ὁ Φαρισαῖος τῆς παραβολῆς δὲν μποροῦσε νὰ δεῖ τὸ κακὸ ποὺ τοῦ συνέβαινε. Ὁ ἐγωϊσμὸς τύφλωσε τά μάτια τῆς ψυχῆς του  καὶ δὲν ἔβλεπε τόν δρόμο ποὺ θὰ τόν ὁδηγοῦσε στὴ  σωτηρία του. Ἀντίθετα ὁ Τελώνης, μὲ τήν ταπείνωση καὶ μὲ τήν  συναίσθηση ὅτι εἶναι ἁμαρτωλὸς, σώθηκε. Ἡ στάση αὐτὴ μᾶς διδάσκει πὼς πρέπει νὰ ἀγωνιζόμαστε τόν πνευματικὸ μας ἀγῶνα μὲ ταπεινοφροσύνη, ἐπειδὴ αὐτή εἶναι ποὺ τελειοποιεῖ  τούς ἀνθρώπους καὶ ἀνακηρύσσει τοὺς ἁγίους. Ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος τήν ὀνομάζει «μείζονα τῶν ἀρετῶν» καὶ σὲ ἕνα του βιβλίο γράφει: «Ἂν μὲ ρωτήσεις τὶ εἶναι πρῶτο στὸ χριστιανισμὸ  θὰ ἀπαντήσω: Ἡ ταπεινοφροσύνη. Τὶ δεύτερο; Ἡ  ταπεινοφροσύνη. Τὶ τρίτο; Ἡ  ταπεινοφροσύνη, διότι χωρὶς αὐτὴν καὶ ἡ  πιὸ μεγάλη ἀρετὴ καταντᾶ κακία».
Ἀνέβηκαν καὶ οἱ δύο στὸ ἱερὸ γιὰ νὰ προσευχηθοῦν. Ὁ  Φαρισαῖος  δὲν κατάφερε νὰ ἐπικοινωνήσει μὲ τὸν Θεό, διότι ἡ   ἀλαζονεία του δὲν τὸν ἄφηνε νὰ προσευχηθῆ μέ εἰλικρίνεια. Ὅμως ὁ Τελώνης, μὲ τὴν ψυχικὴ του συντριβὴ, κατάφερε ὥστε ἡ προσευχή του νὰ φθάσει στὸ θρόνο τοῦ Κυρίου καὶ νὰ φύγει ἀπό τόν Ναὸ γιὰ τὸ σπίτι του «δικαιωμένος». Γι” αὐτὸ καὶ ὁ Ἅγιος  Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς μᾶς λέει πὼς ἡ εἰλικρινὴς προσευχὴ   «ἀνεβάζει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανὸ καὶ ἀφοῦ ξεπεράσει ἀκόμη καὶ κάθε τὶ τὸ ἐπουράνιο, κάθε θεωρητικὴ σκέψη περὶ Θεοῦ, τὸν φέρνει μπροστὰ  σ’ αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ ποὺ εἶναι πάνω ἀπ” ὅλα». Εἶναι δηλαδὴ ἡ προσευχή ἀνέβασμα, συνάντησις μὲ τὸν Θεὸ καὶ παράστασις μπροστὰ Του.
Γιατὶ ὅμως χρειάζεται ἡ προσευχή, αὐτὴ ἡ πνευματικὴ ἀνάβαση στὸν οὐρανὸ, προκειμένου νὰ συναντήσουμε τὸ Θεό; Μήπως ὁ Θεὸς δὲν εἶναι πανταχοῦ παρὼν; Δὲν εἶπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος «ἐν αὐτῷ ζῷμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν;» Σίγουρα καὶ εἶναι πανταχοῦ παρών, ὅμως σύμφωνα μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ ὁ  οὐρανὸς εἶναι ὁ χῶρος τῆς κατοικίας τοῦ Θεοῦ. «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς» λέμε στὴν Κυριακὴ προσευχή, χωρὶς αὐτὸ νὰ σημαίνει ὅτι ὁ Θεὸς βρίσκεται μακριὰ μας, στὸν οὐρανό, ἀλλὰ σημαίνει ὅτι ἐμεῖς μὲ τὸν νοῦ μας καὶ τήν καρδιὰ μας εἴμαστε ἀπομακρυσμένοι ἀπ’ αὐτόν, διότι ἔχουμε στραμμένη τὴν προσοχή μας στὰ γήϊνα καὶ πρόσκαιρα.
Τὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, ἀδελφοί μου, μᾶς δείχνει τὸν δρόμο τῆς νίκης γιὰ τὰ  πάθη  μας  ποὺ προέρχονται ἀπὸ τήν ὑπερηφάνεια. Ἡ  δὲ Ἐκκλησία,  σὰν καλὴ παιδαγωγός, τώρα ποὺ ἀρχίζει τό Τριώδιο, μὲ στοργὴ καὶ ἀγάπη μᾶς ὁδηγεῖ   γιὰ νὰ φθάσουμε στὶς ἅγιες ἡμέρες τοῦ Πάσχα πνευματικὰ καθαροὶ καὶ ἕτοιμοι ὥστε νὰ δεχθοῦμε τὸν ἀναστημένο Κύριο. Νὰ μὴν ξεχνᾶμε ποτέ ὅτι ἔχουμε νὰ ἀντιμετωπίσουμε ἕναν ὕπουλο ἐχθρὸ, τὴν ἁμαρτία, καὶ πρέπει σιγὰ – σιγὰ νὰ ἐνισχυθοῦμε μὲ ἐκεῖνα τά πνευματικὰ ἐφόδια ποὺ θὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ τὴν ἀντιμετωπίσουμε προτοῦ αὐτὴ μᾶς καταβάλει καὶ μᾶς νικήσει.
        Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἕνα ἰδιόμελο τοῦ Τριωδίου τοῦ ἑσπερινοῦ μᾶς λέει χαρακτηριστικὰ: «Μὴ προσευξώμεθα φαρισαϊκῶς ἀδελφοί. Ὁ γὰρ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται,  ταπεινωθῶμεν ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, τελωνικῶς διὰ νηστείας κράζοντες  ‘‘ Ἱλάσθητι ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς’’». Μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ταπείνωση οἱ ἥρωες τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ Ἅγιοι, κερδίσαν τὸν Παράδεισο. Γι” αὐτὸ κι ἐμεῖς ἂς προσευχόμαστε σωστὰ καὶ ἄς μὴν ξεχνᾶμε ποτὲ ὅτι αὐτὸς ποὺ ὑψώνει τὸν ἑαυτό του ταπεινώνεται. Ἂς ταπεινωθοῦμε μπροστὰ στὸν Θεό μὲ εἰλικρίνεια καὶ πίστη, ἂς νηστέψουμε ὅπως πρέπει καὶ μέ κατάνυξη νὰ παρακαλέσουμε ὥστε «ὁ  Θεὸς νὰ μᾶς ἐλεήση τοὺς ἁμαρτωλοὺς» καὶ ἔτσι δικαιωμένοι ἀπὸ Αὐτὸν νὰ κληρονομήσουμε τὴν Οὐράνια Βασιλεία Του. Ἀμήν.


15 Φεβ 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ 27 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2013

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Ϛ´ 16 - Ζ΄1
Κείμενο
16 τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων; ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός. 17 διὸ ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς, 18 καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος παντοκράτωρ. 
1 Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ. 

Μετάφραση 

16 Ποίος δε συμβιβασμός και ποία συνύπαρξις ημπορεί να νοηθή μεταξύ του ναού του Θεού και του ναού των ειδώλων; Διότι σεις-μη το λησμονείτε-είσθε ναός του Θεού του ζώντος, όπως άλλωστε έχει προφητεύσει ο Θεός και εις την Π. Διαθήκην· ότι “θα κατοικήσω μεταξύ αυτών και εντός αυτών και θα περιπατήσω ανάμεσά των και θα είμαι εγώ ο ιδικός των Θεός και θα είναι αυτοί λαός μου. 17 Δι' αυτό εξέλθετε ανάμεσα από τους απίστους και ξεχωρισθήτε από αυτούς με τον τρόπον της ζωής σας, λέγει ο Κυριος, και μη πιάνετε τίποτε το ακάθαρτον. Και εγώ θα σας δεχθώ με στοργήν εις την βασιλείαν μου. 18 Και θα είμαι για σας πατέρας και σεις θα είσθε υιοί μου και θυγατέρες μου, λέγει ο Κυριος ο παντοκράτωρ”. 
1 Εφ' όσον, λοιπόν, αγαπητοί, έχομεν αυτάς τας μαγάλας υποσχέσστου Θεού, ας καθαρίσωμεν τους εαυτούς μας από κάθε μολυσμόν σαρκός και πνεύματος, αγωνιζόμενοι και συνεχώς προχωρούντες μέχρι τέλους στον δρόμον της αγιότητος, με φόβον Θεού. 


(@)(@)(@)(@)(@)(@)(@)

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΕ´ 21 - 28

Κείμενο
21 Καὶ ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ Ἰησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος. 22 καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγασεν αὐτῷ λέγουσα· Ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυῒδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται. 23 ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον. καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠρώτουν αὐτὸν λέγοντες· Ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν. 24 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ. 25 ἡ δὲ ἐλθοῦσα προσεκύνησεν αὐτῷ λέγουσα· Κύριε, βοήθει μοι. 26 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· Οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις. 27 ἡ δὲ εἶπε· Ναί, Κύριε, καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν. 28 τότε ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης. 


Μετάφραση

21 Αναχωρήσας δε από εκεί ο Ιησούς επήγε εις τα μέρη Τυρου και Σιδώνος. 22 Και ιδού μία γυναίκα Χαναναία, εβγήκε από τα όρια της περιοχής εκείνης και με μεγάλην κραυγήν του έλεγεν· “ελέησέ με, Κυριε υιέ του Δαυΐδ· η κόρη μου βασανίζεται φρικτά από πονηρόν δαιμόνιον”. 23 Εκείνος δε δεν της είπε ούτε μίαν λέξιν εις απάντησιν. Προσήλθαν προς αυτόν οι μαθηταί του και τον παρακαλούσαν, λέγοντες· “άκουσε την παράκλησίν της, λυπήσου την, κάμε της αυτό που με τόσον σπαραγμόν σου ζητεί, και άφησέ την να φύγη, διότι μας ακολουθεί από κοντά και κράζει”. 24 Εκείνος απήντησε· “δεν έχω σταλή παρά μόνον για τα χαμένα πρόβατα του Ισραηλιτικού λαού”. 25 Αυτή δε ήλθε τότε εμπρός στον Ιησούν, εγονάτισε με ευλάβειαν και είπε· “Κυριε, βοήθησέ με”. 26 Εκείνος απήντησε και είπε· “δεν είναι καλόν να πάρη κανείς το ψωμί από τα τέκνα του και να το ρίψη εις τα σκυλάκια”. 27 Εκείνη δε είπε· “ναι, Κυριε, σωστό είναι αυτό· αλλά και τα σκυλάκια τρώγουν από τα ψίχουλα, που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων των”. 28 Οταν δε ο Ιησούς ήκουσε αυτούς τους γεμάτους πίστιν και ταπείνωσιν λόγους, είπε· “ω γύναι, μεγάλη είναι η πίστις σου! Ας γίνη προς χάριν σου, όπως ακριβώς θέλεις”. Και εθεραπεύθη η κόρη της από την στιγμήν εκείνην. 
(@)(@)(@)(@)(@)(@)(@)

ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
 Από τον Αρχ. Επιφάνειο Οικονόμου

Νεοπαγανισμός: απειλή από το παρελθόν

  Για άλλη μια φορά, αδελφοί μου, ο Απόστολος Παύλος επιχειρεί
να  καταστήσει  σαφές  στους  νέους  Χριστιανούς  και  πρώην
ειδωλολάτρες,  ότι  πρέπει  να  εγκαταλείψουν  τις  συνήθειες  της
ψευδούς  πίστης  των  ειδώλων,  αν  θέλουν  να  είναι  γνήσια  μέλη  της
Εκκλησίας.  Συνιστά  στους  Κορινθίους  να  μην  συνδέονται  με  τους
απίστους. Αναρωτιέται  ποιά  σχέση  μπορεί  να  έχει  η  δικαιοσύνη  του
Χριστού με την ανομία των ειδώλων, το φως με το σκοτάδι, ο Χριστός
με τον Βελίαλ. Τί κοινό μπορεί να έχει ο πιστός με τον άπιστο. Ποιά η
συμφωνία  ανάμεσα  στον  Ναό  του  ζωντανού  Θεού  και  στον  ναό  των
ειδώλων. Η  ξεκάθαρη  αποκήρυξη  της  ειδωλολατρίας  από  τον Παύλο,
μάς  δίδει  την  αφορμή  να  αναφερθούμε  στην  προσπάθεια  αναβίωσης
της ειδωλολατρικής θρησκείας στην πατρίδα μας, τα τελευταία χρόνια,
στα πρόσωπα σύγχρονων νεοπαγανιστών, οι οποίοι ευαγγελίζονται τον
δωδεκαθεϊσμό  ή  πολυθεϊσμό,  κοινώς  ειδωλολατρία,  αποκρύπτοντας
εντέχνως το ποιοί πραγματικά είναι και τί επιδιώκουν.
  Στη σύγχρονη εκδοχή τους οι νεοπαγανιστές αυτοπροβάλλονται
ως  «γνωστή» θρησκεία και ως η μόνη νόμιμη θρησκεία στην Ελλάδα!
Ζητούν  από  τις  αρχές  να  τους  αποδοθούν  αρχαιολογικοί  τόποι  για
λατρευτική  χρήση.  Συχνά  συγκεντρώνονται  σε  διάφορα
αρχαιοελληνικά  μνημεία,  αναβιώνοντας  νεκρές  παγανιστικές  εορτές.
Μερικές  από  τις  ομάδες  αυτές  δεν  αναγνωρίζουν  τους  νόμους  του
κράτους,  τους  θεωρούν  άκυρους,  διότι  τους  έφτιαξαν,  όπως
υποστηρίζουν,  «οι  δολοφόνοι  κατακτητές  Χριστιανοί».  Σε
δημοσιευμένα  κείμενά  τους  εκφράζονται  με  πρωτοφανή  βία  και
εμπάθεια  κατά  των  Χριστιανών  και  υβρίζουν  με  χυδαιότητα  τα  ιερά
και τα όσια της πίστεώς μας. 
  Τί  συνέβη,  όμως,  πραγματικά  και  η  αρχαιοελληνική  θρησκεία
αποτελεί,  πλέον,  μουσειακό  έκθεμα,  προϊόν  φανταστικής
μυθοπλασίας;  Οι  μεγάλοι  σοφοί  της  αρχαιότητας  απέρριψαν
επιδεικτικά  την  αρχαιοελληνική  θρησκεία,  την  οποία  χαρακτήρισαν
απαράδεκτη,  παράλογη  και,  εν  πολλοίς,  επικίνδυνη  για  την
ανθρώπινη  κοινωνία.  Όλα  σχεδόν  τα  μεγάλα  πνεύματα  της
αρχαιότητας άσκησαν δριμεία κριτική και αρνήθηκαν εμφαντικά την
αρχαιολατρία. Ενδεικτικά αναφέρουμε τον Ξενοφάνη τον Κολοφώνιο,
τον Ηράκλειτο, τον Αναξίμανδρο, τον Εμπεδοκλή, τον Παρμενίδη, τονΑναξαγόρα,  τον  Μητρόδωρο,  τον  Πρωταγόρα,  τον  Ηρόδοτο,  τον
Πίνδαρο, τον Πρόδικο, τον Αντισθένη, τον Θέοφραστο, τον Ευριπίδη,
τον  Σωκράτη,  τον  Πλάτωνα  και  τον  Αριστοτέλη.  Ο  τελευταίος,
μάλιστα,  αρνήθηκε  κατηγορηματικά  τις  ανόητες  περί  θεών  πίστεις
των  συγχρόνων  του  και  γι’  αυτό  κατηγορήθηκε  για  αθεϊσμό!!!  «Αλλά
και  ο  Πλάτων  δίνει  τη  χαριστική  βολή  σ’  όλη  την  ειδωλολατρική
θρησκεία στο  τέλος  του διαλόγου  του Αλκιβιάδης Β΄. Βγήκε  έξω από
το  γνωστό  χώρο  της  φιλοσοφίας  και  με  ένα  προφητικό  πνεύμα
συμβουλεύει  τον  Αλκιβιάδη  να  μη  θυσιάσει  στους  ειδωλολατρικούς
Θεούς, αλλά να περιμένει αυτόν που τόν αγαπά και θα τού βγάλει την
αχλύν από τα μάτια, ώστε να ιδεί και να καταλάβει ποιόν Θεό και με
τί λογής θυσίες πρέπει στο εξής να τον λατρεύει. Και τελειώνει με τον
χαρμόσυνο μεσσιανισμό: Δεν θα αργήσει νάρθει…»1 
  Στον  αντίποδα  οι  νεοπαγανιστές  αποδίδουν  τον  μαρασμό  της
αρχαίας θρησκείας στις δήθεν διώξεις που υπέστη από την Εκκλησία
και  την άμεσα  δήθεν  εξαρτημένη από αυτήν αυτοκρατορική  εξουσία.
Λησμονούν, ασφαλώς, τα εκατομμύρια των Χριστιανών Μαρτύρων από
την  μάχαιρα  της  αρχαίας  ειδωλολατρικής  παραφροσύνης,  για  τους
οποίους  σεμνύνεται  και  καυχάται  η  Εκκλησία  του  Χριστού.  Η
αλήθεια, προφανώς, βρίσκεται αλλού, όπως μαρτυρεί ο μέγας ιστορικός
Κων/νος  Παπαρηγόπουλος:  «Εντός  της  σεσαθρωμένης  παλαιάς
κοινωνίας  διεμορφώθη  κοινωνία  ερρωμενεστέρα,  η  Χριστιανική.  Η
πτώση  του  Ελληνισμού,  ως  ειδωλολατρικής  θρησκείας  δεν  ήταν
αποτέλεσμα  των  αυτοκρατορικών  μέτρων. Οι  ναοί  κατέπιπτον  και  η
πίστις εμαραίνετο και εν γένει, το αρχαίον θρήσκευμα εφθείρετο, αλλ’
εφθείρετο ηρέμα, ως  εξ οργανικού θανατηφόρου νοσήματος μάλλον ή
διά πληγών έξωθεν καταφερομένων»2
  Τα όσα παραπάνω καταγράφηκαν, αδελφοί μου, δεν είναι προϊόν
μισαλλοδοξίας  ή  κινδυνολογίας.  Είναι  καρπός  ποιμαντικής  ευθύνης
και ανησυχίας, σε μια εποχή που ο λαός μας βάλλεται πανταχόθεν με
πλείστες  όσες  αρχαιοφανείς  ή  καινοφανείς  θρησκευτικές  εκφράσεις,
που εκβιάζουν τον συναισθηματικό του κόσμο, για να δημιουργήσουν
οπαδούς  επικίνδυνα  φανατικούς.  Η  επίκληση  των  ανθρωπίνων  ή
δημοκρατικών  δικαιωμάτων  οφείλει  να  προβληματίζει  όλους,  καθώς
είναι  γνωστό  ότι  τα  μεγαλύτερα  και  ειδεχθέστερα  εγκλήματα  της
εποχής μας έγιναν στο όνομά τους. Η Εκκλησία αγρυπνά, αλλά και η
Πολιτεία  οφείλει  να  πράττει  το  ίδιο,  καθώς  το  πρόβλημα  δεν  είναι
θρησκευτικής  φύσης  μόνο.  Είναι  κίνδυνος  που  βάλει  κατά  της
κοινωνικής  συνοχής  και  αποσκοπεί  στη  διάλυση  του  κοινωνικού
ιστού,  υλοποιώντας  τα  καταχθόνια  σχέδια  της  «Νέας  Εποχής».  Και αυτή  δεν  είναι  αφηρημένη  έννοια,  αλλά  υπαρκτή  πραγματικότητα,
μάλιστα απόλυτα εχθρική.