5 Ιουλ 2012

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 8/7/2012


ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ  Ρωμ. Ι’ 1-10
ΚΕΙΜΕΝΟ
Αδελφοί, μν εδοκία τς μς καρδίας κα δέησις πρς τν Θεν πρ το ᾿Ισραήλ στιν ες σωτηρίαν· μαρτυρ γρ ατος τι ζλον Θεο χουσιν, λλ᾿ ο κατ᾿ πίγνωσιν. ᾿Αγνο-οντες γρ τν το Θεο δικαιοσύνην, κα τν δίαν δικαιοσύνην ζητοντες στσαι, τ δικαιοσύν το Θεο οχ πετάγησαν. Τέλος γρ νόμου Χριστς ες δικαιοσύνην παντ τ πιστεύοντι. Μωϋσς γρ γράφει τν δικαιοσύνην τν κ το νόμου, τι « ποιήσας ατ νθρωπος ζήσεται ν ατος»· δ κ πίστεως δικαιοσύνη οτω λέγει· «Μ επς ν τ καρδί σου, τίς ναβήσεται ες τν ορανόν;». Τοτ᾿ στι Χριστν καταγαγεν· «τίς καταβήσεται ες τν βυσσον;». Τοτ᾿ στι Χριστν κ νεκρν ναγαγεν. ᾿Αλλ τί λέγει; «᾿Εγγύς σου τ ῥῆμά στιν, ν τ στόματί σου κα ν τ καρδί σου»· τοτ᾿ στι τ ῥῆμα τς πίστεως κηρύσσομεν. Οτι ἐὰν μολογήσς ν τ στόματί σου Κύριον ᾿Ιησον, κα πιστεύσς ν τ καρδί σου τι Θες ατν γειρεν κ νεκρν, σωθήσ· καρδί γρ πιστεύεται ες δικαιοσύνην, στόματι δ μολογεται ες σωτηρίαν.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Αδελφοί, σφοδρ πιθυμία τς καρδις μου κα δέησή μου στν Θε εναι ν δηγηθον ο ᾿Ιουδαοι στ σωτηρία. Μπορ ν σς βεβαιώσω πς χουν ζλο Θεο, λλ χωρς τ σωστ γνώση. Γι’ ατό, στν πράξη γνοον τ γεγονς πς μόνο Θες μπορε ν δικαιώσει τν νθρωπο, κα προσπαθον μ κάθε τρόπο ν δικαιωθον μ τ ργα τους. Τ ποτέλεσμα εναι πς δν ποδέχτηκαν τ δικαίωση πο προσφέρει Θες μέσω το Χριστο. Γιατ Χριστς εναι τ τέλος το νόμου, φο κπληρώνει τν σκοπό του, δίνοντας τ σωτηρία σ’ ποιον πιστεύει. Ο Μωυσς γράφει γι τ δικαίωση πο προέρχεται π τν νόμο, τι ποιος πράττει σύμφωνα μ τς ντολς το νόμου, θ βρε σ’ ατς τ ζωή. Γι τ δικαίωση μως πο πηγάζει π τν πίστη, λέει· Μν ναρωτηθες, ποις μπορε ν’ νέβει στν ορανό; γι ν κατεβάσει δηλαδ τν Χριστό. Οτε ν πες, ποις μπορε ν κατεβε στν δη; γι ν’ νεβάσει
 δηλαδ τν Χριστ π τος νεκρούς. ᾿Αλλ τί λέει; Κοντά σου εναι λόγος, στ στόμα σου κα στν καρδιά σου, κα ννοε τν λόγο τς πίστεως πο κηρύττουμε. Αν μολογήσεις μ τ στόμα σου πς ᾿Ιησος εναι Κύριος κα πιστέψεις μ τν καρδιά σου πς Θες τν νέστησε π τος νεκρούς, θ βρες τ σωτηρία. Πραγματικά, ποιος πιστεύει μ τν καρδιά του δηγεται στ δικαίωση, κι ποιος μολογε μ τ στόμα δηγεται στ σωτηρία.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ματθ. η’28- θ’ 1
ΚΕΙΜΕΝΟ
Κα λθντι ατ ες τ πραν ες τν χραν τν Γεργεσηνν πντησαν ατ δο δαιμονιζμενοι κ τν μνημεων ξερχμενοι, χαλεπο λαν, στε μ σχειν τιν παρελθεν δι τς δο κενης. 29 κα δο κραξαν λγοντες· Τ μν κα σο, ησο υἱὲ το Θεο; λθες δε πρ καιρο βασανσαι μς; 30 ν δ μακρν π’ ατν γλη χορων πολλν βοσκομνη. 31 ο δ δαμονες παρεκλουν ατν λγοντες· Ε κβλλεις μς, πτρεψον μν πελθεν ες τν γλην τν χορων. 32 κα επεν ατος· πγετε. ο δ ξελθντες πλθον ες τν γλην τν χορων · κα δο ρμησεν πσα γλη τν χορων κατ το κρημνο ες τν θλασσαν, κα πθανον ν τος δασιν. 33 ο δ βσκοντες φυγον, κα πελθντες ες τν πλιν πγγειλαν πντα κα τ τν δαιμονιζομνων. 34 κα δο πσα πλις ξλθεν ες συνντησιν τ ησο, κα δντες ατν παρεκλεσαν πως μεταβ π τν ρων ατν.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

28 Οταν δε ήλθε εις την απέναντι παραλίαν, εις την χώραν των Γεργεσηνών, τον απάντησαν δύο δαιμονιζόμενοι, που έβγαιναν από τα μνημεία και οι οποίοι ήσαν άγριοι και επιθετικοί, ώστε να μη ημπορή να περάση κανείς από τον δρόμον εκείνον. 29 Και ιδού, όταν τον αντίκρυσαν, έκραξαν με φωνήν μεγάλην και είπαν· “τι κοινόν υπάρχει μεταξύ ημών και σου, Ιησού Υιέ του Θεού; Ηλθες εδώ να μας βασανίσης, πριν έλθη ο προκαθωρισμένος καιρός της κρίσεως και της τιμωρίας μας;” 30 Ευρίσκετο δε μακρυά από αυτούς ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους, που έβοσκαν. 31 Οι δε δαίμονες τον παρακαλούσαν και έλεγαν· “εάν θα μας διώξης από τους δύο αυτούς ανθρώπους, δος μας την άδειαν να πάμε στο κοπάδι των χοίρων”. 32 Και είπε εις αυτούς· “πηγαίνετε”. Και αυτοί εβγήκαν από τους ανθρώπους και επήγαν στο κοπάδι των χοίρων. Και ιδού με μανίαν και γρυλλισμούς ώρμησε όλο το καπάδι των χοίρων από το μέρος του κρημνού εις την θάλασσαν και επνίγησαν εις τα νερά. (Επέτρεψε δε ο Κυριος αυτό, δια να τιμωρηθούν έτσι οι ιδιοκτήται της αγγέλης, διότι παρά τον μωσαϊκόν νόμον αυτοί έτρεφαν χοίρους). 33 Οι χοιροβοσκοί έφυγαν κατατρομαγμένοι, επήγαν εις την πόλιν και εγνωστοποίησαν όλα όσα συνέβησαν και μάλιστα τα της θεραπείας των δαιμονιζομένων. 34 Και ιδού όλη η πόλις εβγήκε, δια να συναντήση τον Ιησούν· και όταν τον είδαν, τον παρεκάλεσαν να φύγη από τα όρια της περιοχής των· (και τούτο, διότι εφοβήθησαν, μήπως δια τας παραβάσεις των υποστούν και άλλην τιμωρίαν).  Αφού εμπήκε στο πλοίον ο Ιησούς, επέρασε την λίμνην και ήλθε εις την πόλιν του, δηλαδή την Καπερναούμ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου